Τετάρτη 31 Μαρτίου 2021

 

Πρωτομαγιά 1944. Η εκτέλεση των 200 στην Καισαριανή

«Αν σκύψουμε το κεφάλι είμαστε χαμένοι»

Της Βασιλικής Λάζου

Ήταν Πρωτομαγιά του 1944. Ύστερα από 3 χρόνια σκληρής Κατοχής, οι μέρες μετρούσαν αντίστροφα για τους Γερμανούς κατακτητές και τους συνεργάτες τους.  Με το δρόμο της ενεργού αντίστασης και της αποκατάστασης των λαϊκών ελευθεριών να έχει ανοίξει το ΕΑΜ, ο εθνικοαπελευερωτικός αγώνας δυνάμωνε διαρκώς αγκαλιάζοντας ολοένα και πλατύτερα στρώματα της κοινωνίας. Μέσα στις ιδιαίτερες ιστορικές συγκυρίες της κατοχικής Ελλάδας άνδρες, γυναίκες, νέοι και νέες έκαναν την αντίσταση παλλαϊκή υπόθεση. Παρά την τρομοκρατία, ο αγώνας μαζικοποιούνταν αμφισβητώντας κάθε είδους κατοχικής εξουσίας. Με κορύφωση την ένοπλη πάλη και τη δημιουργία αξιόμαχου Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού, η ΕΑΜική αντίσταση υπέσκαπτε τους μηχανισμούς εξουσίας του Άξονα και απελευθέρωνε μεγάλα τμήματα της χώρας δημιουργώντας τον Μάρτιο 1944 την Ελεύθερη Ελλάδα με τις δικές της δομές αυτοδιοίκησης και λαϊκής δικαιοσύνης. 

Η μαζικότητα και κυρίως η απήχηση του ΕΑΜ σε όλα τα κοινωνικά στρώματα ανησυχούσε ιδιαίτερα τους ποικιλώνυμους αντιπάλους του. Ναζιστικοί κατασταλτικοί  μηχανισμοί, Τάγματα Ασφαλείας, παρακρατικές οργανώσεις, δίκτυα συνεργατών, κατασκόπων και καταδοτών συσπειρώθηκαν για να αντιμετωπίσουν το εαμικό αντιστασιακό φαινόμενο. Και είναι η αδυναμία των κατακτητών και όσων τους στήριζαν να υποτάξουν παρά την υπεροπλία τους τη χώρα και το λαό που αντιστεκόταν αυτή που αποτυπώνεται στις δεκάδες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις, στα πάνω από 1.000 καμένα χωριά, στους χιλιάδες εκτελεσμένους και φυλακισμένους  στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.   

Είναι η αδυναμία τους να ελέγξουν το λαό και να υποτάξουν το φρόνημά του που αποτυπώνεται και στην εκτέλεση των 200 στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής. Η επιτυχημένη ενέδρα και η εκτέλεση του Γερμανού στρατηγού και των συνοδών του στους Μολάους Λακωνίας ήταν μόνο η αφορμή. Η επιλογή της ημερομηνίας δεν ήταν τυχαία.  Η 1η Μαίου είναι η παγκόσμια ημέρα σύμβολο αγώνων των εργαζόμενων.

Η επιλογή των 200 δεν ήταν επίσης τυχαία. Ήταν μέλη και στελέχη του ΚΚΕ, του κόμματος που είχε βρεθεί στην πρωτοπορία του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα.  Ήταν κομμουνιστές δεσμώτες που αφού το μεταξικό κράτος τούς αρνήθηκε τη συμμετοχή - οπως είχαν ζητήσει - στον πόλεμο του 1940, τούς κράτησε στην Ακροναυπλία και την Ανάφη και με την είσοδο των χιτλερικών στην Ελλάδα τους παρέδωσε στους ναζί. Ήταν αγωνιστές ΕΠΟΝίτες και ΕΑΜίτες που είχαν συλληφθεί στα μπλόκα και κρατούνταν στο πιο σκληρό από τα ναζιστικά στρατόπεδα, το κολαστήριο του Χαϊδαρίου. Ανάμεσά τους και 8-9 αρχειομαρξιστές και τεταρτοδιεθνιστές. Πλειοδότες «Έλληνες εθελονταί», ταγματασφαλίτες, οι οποίοι «Υπό την εντύπωσιν του κακουργήματος τούτου, εφόνευσαν αυτοβούλως 100 άλλους κομμουνιστάς» στην περιοχή των Μολάων.

Την ημέρα της εκτέλεσης όλοι οι γύρω συνοικισμοί κήρυξαν γενική απεργία. Τη νύχτα έγινε γενική κινητοποίηση του πληθυσμού. Την επόμενη, ο λαός της Καισαριανής αψήφησε την τρομοκρατία και μετονόμασε το δρόμο που κύλησε το αίμα, την οδό Σκοπευτηρίου, σε «οδό ηρώων». Στους τοίχους του γράφτηκε το σύνθημα: «Αυτός ο δρόμος είναι δρόμος ηρώων. Τον διαβαίνουν οι λεβέντες του έθνους. Χτες 1 του Μάη τον διάβηκαν 200 παλικάρια».

Λίγες μέρες μετά το ΕΑΜ ανέφερε σε κάλεσμά του προς το λαό: «(...) Η φρικώδης και πρωτάκουστη τρομοκρατία που εξασκεί στην Ελλάδα ο καταχτητής με τη βοήθεια γερμανοράλληδων δεν είναι στην ουσία αντίποινα για τη δράση του ΕΛΑΣ εδώ και στην ύπαιθρο. Αυτό είναι απλή δικαιολογία. Γίνεται για να τρομοκρατηθεί ο λαός, να σταματήσει την αντίστασή του και να πραγματοποιήσουν ανενόχλητοι οι κατακτητές την επιστράτευση και τη ληστεία του τόπου μας. ΑΘΗΝΑΙΟΙ ΠΑΤΡΙΩΤΕΣ, η στιγμή είναι κρίσιμη. Αν σκύψουμε το κεφάλι είμαστε χαμένοι. Τα θύματα του αγώνα είναι πολύ λιγότερα από τα θύματα της επιστράτευσης, από τα θύματα της πείνας. Οι κρεμασμένοι και τουφεκισμένοι ήρωες, τα καμένα μας χωριά φωνάζουν. Μην αφήστε τη θυσία μας να πάει χαμένη! Μην υποταχθείτε! Αγωνιστείτε για να μη γίνει η επιστράτευση. Αγωνιστείτε για τη ζωή σας. Εκδικηθείτε. Αγωνιστείτε για να σταματήσουν οι σφαγές».

Τρίτη 30 Μαρτίου 2021

 Ήταν 30 Μάρτη 1952 – Ήταν Κυριακή…

«Εάν έκανα δήλωση αποκήρυξης θα αθωωνόμουνα κατά πάσα πιθανότητα μετά μεγάλων τιμών… Αλλά η ζωή μου συνδέεται με την ιστορία του ΚΚΕ και τη δράση του… Δεκάδες φορές μπήκε μπροστά μου το δίλημμα: Να ζω προδίδοντας τις πεποιθήσεις μου, την ιδεολογία μου, είτε να πεθάνω, παραμένοντας πιστός σ’ αυτές. Πάντοτε προτίμησα το δεύτερο δρόμο και σήμερα τον ξαναδιαλέγω».
Τα λόγια του Μπελογιάννη – παντοτινό σύμβολο του πατριώτη, του διεθνιστή, του ανθρώπου, του κομμουνιστή – αποδείχτηκαν πολύ πιο ισχυρά από τις κάννες του εκτελεστικού αποσπάσματος. Πολύ πιο ανθεκτικά από τους μικρόνοες. Που νόμιζαν ότι δολοφονώντας τον Μπελογιάννη θα τον φίμωναν. Τον εκτέλεσαν πιστεύοντας ότι έτσι τα λόγια του θα έπαυαν να δονούν για πάντα τις καρδιές όλων εκείνων που δεν κάνουν «δήλωση μετανοίας». Τι ηλίθιοι…
Ο Μπελογιάννης είχε πολλά «κουσούρια». Τέτοια που δεν θα μπορούσαν να περάσουν απαρατήρητα από τους δολοφόνους του. Το βασικότερο: Εκτός από μαχητής με το όπλο του ΕΛΑΣ στο χέρι την περίοδο της Κατοχής ενάντια στους ναζί, εκτός από μαχητής του ΔΣΕ ενάντια στους εκμεταλλευτές και τους αμερικανοτσολιάδες στον Εμφύλιο, ήταν και μαχητής με «όπλο» την πένα.
Ο Μπελογιάννης ήταν ένας διανοούμενος στην υπηρεσία του λαού, όπως μπορεί να διαπιστώσει ο αναγνώστης τόσο στο βιβλίο του «Η Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας», όσο και στο βιβλίο του «Το ξένο κεφάλαιο στην Ελλάδα» που εκδόθηκε το 1998 από τις εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή» στην επέτειο των 80 χρόνων του ΚΚΕ. Ένα έργο γραμμένο σε συνθήκες εγκλεισμού του στην Ακροναυπλία από την μεταξική δικτατορία και στη συνέχεια μέχρι την απόδρασή του από τις ναζιστικές δυνάμεις κατοχής.
Στο βιβλίο εξετάζεται ο «πατριωτικός» ρόλος του ελληνικού κεφαλαίου, η συνεργασία του με το ξένο κεφάλαιο καθώς και η διείσδυση του τελευταίου στη χώρα. Πρόκειται για μια ακτινογραφία της ελληνικής οικονομίας που ξεκινά από το 1824 και φτάνει έως το 1940 με πολύτιμα στοιχεία όσον αφορά το πώς λειτούργησε ο «σωτήριος» δανεισμός του τόπου από τα πρώτα «δάνεια της ανεξαρτησίας» μέχρι και τη μεταξική δικτατορία.
Ο Μπελογιάννης περιγράφει τους ληστρικούς όρους των δανείων με σκοπό την αποκόμιση κερδών από ντόπιους και ξένους τοκογλύφους και το πώς οι επακόλουθες πτωχεύσεις του 1827, του 1843, του 1893 και του 1932 έγιναν πεδίο θησαυρισμού της πλουτοκρατίας μέσα από επιβολή συνθηκών αποστέρησης του λαού.
«…ο λαός υπόφερνε – γράφει ο Μπελογιάννης. Είχε γονατίσει από τους φόρους, κι η τοκογλυφία ερχότανε ύστερα να του δώσει τη χαριστική βολή. Αφήνω κατά μέρος κάθε δική μου περιγραφή και παίρνω ένα κομμάτι από την Ιστορία του Καρολίδη, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο: «Την εποχή εκείνη η χώρα εσπαράζετο υπό της φυγοδικίας και των συμμοριών τοκογλύφων, οίτινες εν συνεργασία προς τους ταμίας του κράτους και αυτούς ακόμα τους δικαστάς είχον δημιουργήσει αλληλεγγύην και κατέτρωγαν τας σάρκας του λαού» (…). Κι έτσι, τοκογλύφοι, κομματάρχες, δικαστές, ταμίες, Εθνοτράπεζα, κράτος και ληστές – τούτοι οι τελευταίοι πολύ λιγότερο από τους άλλους – εκτελούσαν το ίδιο «εθνοφελές» έργο: Την ερήμωση της χώρας και τον αφανισμό του λαού. Και στο αντιλαϊκό τούτο όργιο, έρχονται και οι ξένοι κεφαλαιούχοι να πάρουν μία από τις καλύτερες θέσεις».
Στον επίλογο του βιβλίου ο Μπελογιάννης σημειώνει:
«… Γενικά, η πολιτική ζωή της χώρας μας μέσα στα 120 χρόνια της ελεύθερης ύπαρξής της επηρεάστηκε σημαντικά από τις θελήσεις κι τα συμφέροντα των ξένων κεφαλαιούχων και των χωρών τους. Και τα συμφέροντα αυτά ήταν πάντοτε αντίθετα με τα συμφέροντα της Ελλάδας και του λαού της. Παρ’ όλα αυτά όμως, οι ελληνικές κυβερνητικές κλίκες, όταν έφταναν στο σταυροδρόμι που οδηγούσε ή στην υπεράσπιση της ανεξαρτησίας της πατρίδας τους ή στην υποταγή στις επιθυμίες και τους εκβιασμούς των ξένων, προτίμησαν πάντοτε, σχεδόν χωρίς εξαίρεση, το δεύτερο δρόμο (…)».
***
Ήταν 30 Μάρτη 1952 – Ήταν Κυριακή…
Ο δημοσιογράφος Γιώργος Κορωναίος, σε ένα συγκλονιστικό ρεπορτάζ που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Προοδευτική Αλλαγή» σε έκτακτη έκδοση την ημέρα της εκτέλεσης του Νίκου Μπελογιάννη και των συντρόφων του, περιγράφει τις τελευταίες στιγμές:
«Ο υπαρχιφύλαξ, διαταχθείς υπό του διευθυντού του, μετέβη αμέσως εις την πτέρυγαν όπου ευρίσκοντο τα κελιά των 8 μελλοθανάτων και εισήλθεν πρώτον εις το υπ’ αριθμ. 2 απομονωτήριον, εις το οποίο εκρατούντο οι Μπελογιάννης, Λαζαρίδης και Μπάτσης. Πλησιάζει τον Μπελογιάννη.
«Νίκο σήκω»
Ατάραχος ο Μπελογιάννης σηκώνεται και λέει:
«Πάμε για καθαρό αέρα;»
«Ναι, του απαντά, σας πάνε για εκτέλεση» (…)».
Ήταν Κυριακή. Στις 30 Μάρτη 1952. Ήταν Κυριακή! Μέρα που κατά της διάρκεια της Κατοχής ακόμα και αυτοί οι Γερμανοί ναζί δεν έκαναν εκτελέσεις…
Πριν ακόμα χαράξει, μέσα στο σκοτάδι, στις 4.12’ τα χαράματα, σαν κοινός δολοφόνος, το κράτος των γερμανοτσολιάδων, αυτών που πλέον είχαν ντυθεί αμερικανοτσολιάδες, το κράτος των μαυραγοριτών, αυτών που έχτιζαν «Νέους Παρθενώνες» στη Μακρόνησο, προχωρούσε στο στυγερό έγκλημα.
Ο Νίκος Μπελογιάννης και οι σύντροφοί του, ο Δημήτρης Μπάτσης, ο Νίκος Καλούμενος και ο Ηλίας Αργυριάδης, πέφτουν νεκροί από τις σφαίρες του εκτελεστικού αποσπάσματος.
Το παράγγελμα γι’ αυτή την πολιτική δολοφονία θα αποτελεί αιώνιο στίγμα για το καθεστώς της αμερικανοκρατίας και για το πολιτικό σύστημα της ολιγαρχίας στην Ελλάδα.
Την ίδια μέρα που το μετεμφυλιακό καθεστώς της άρχουσας τάξης, η κυβέρνηση Πλαστήρα, το παλάτι, το στρατιωτικό και παραστρατιωτικό κατεστημένο και οι πάτρωνές τους, οι Αμερικάνοι, εκτέλεσαν τον Μπελογιάννη, ο Γιάννης Ρίτσος, εξόριστος στον Αϊ – Στράτη, στο ποίημά του «Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΜΕ ΤΟ ΓΑΡΥΦΑΛΛΟ», γράφει:
«Ο Μπελογιάννης μας έμαθε άλλη μια φορά πώς να ζούμε και πώς να πεθαίνουμε./ Μ’ ένα γαρύφαλλο ξεκλείδωσε όλη την αθανασία./ Μ’ ένα χαμόγελο έλαμψε τον κόσμο για να μη νυχτώσει (…)».
Ο Μπελογιάννης από την πρώτη στιγμή της σύλληψής του όχι μόνο δεν αφαίρεσε, αλλά είχε φροντίσει να προσθέσει και άλλους λόγους στους εκτελεστές του για να του πάρουν τη ζωή.
Εκείνοι ισχυρίζονταν ότι ήταν «προδότης» και ότι γι’ αυτό τον δίκαζαν. Εκείνος τους απαντούσε:
«Είμαι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και ακριβώς για την ιδιότητά μου αυτή δικάζομαι, γιατί το Κόμμα μου παλεύει και χαράζει το δρόμο της Ειρήνης, της Ανεξαρτησίας και της Ελευθερίας…».
Εκείνοι ισχυρίζονταν ότι είναι κομμουνιστής και ως εκ τούτου «κατάσκοπος». Εκείνος τους απαντούσε:
«Οι μάρτυρες φτάσανε μέχρι του σημείου να λένε πως κάθε Κομμουνιστής είναι κατάσκοπος και πως οι Κομμουνιστές δεν είναι Έλληνες και πως το ΚΚΕ δεν είναι ελληνικό Κόμμα. Τι άτιμο ψέμα! Ο πατριωτισμός κάθε κόμματος μετριέται μόνο τότε που η λευτεριά και η εδαφική ακεραιότητα της χώρας μας διατρέχει κίνδυνο. Απ’ αυτό και μόνο αν βγάζατε συμπέρασμα, θα σχηματίζατε τη σωστή εντύπωση για το χαρακτήρα του ΚΚΕ, που χωρίς καμία αμφιβολία πρόκειται για καθαρό πατριωτικό Ελληνικό Κόμμα».
Όλο το σύστημα εξουσίας που προσήγαγε τον Μπελογιάννη στο εδώλιο πίστευε ότι με μηχανορραφίες θα μετέτρεπε τις δίκες σε πεδίο διαπόμπευσης των κομμουνιστών. Αλλά ο Μπελογιάννης με τα λόγια του κατά τη διάρκεια της απολογίας του είχε ανατρέψει τα πάντα. Είχε μετατρέψει τους στρατοδίκες του από κατηγόρους σε κατηγορούμενους. Η σύγκριση μαζί του ήταν ανυπόφορη για τους διώκτες του. Τον Νοέμβρη του ’51, στην πρώτη του απολογία στο στρατοδικείο, ξεκαθάρισε:
«Εάν έκανα δήλωση αποκήρυξης θα αθωωνόμουνα κατά πάσα πιθανότητα μετά μεγάλων τιμών… Αλλά η ζωή μου συνδέεται με την ιστορία του ΚΚΕ και τη δράση του… Δεκάδες φορές μπήκε μπροστά μου το δίλημμα: Να ζω προδίδοντας τις πεποιθήσεις μου, την ιδεολογία μου, είτε να πεθάνω, παραμένοντας πιστός σ’ αυτές. Πάντοτε προτίμησα το δεύτερο δρόμο και σήμερα τον ξαναδιαλέγω».
Ο Μπελογιάννης μετέτρεψε το εναντίον του Στρατοδικείο σε πεδίο κατηγορίας και γελοιοποίησης των κατηγόρων του. Ο διάλογος, κατά τη διάρκεια της δίκης με έναν από τους βασικούς κατηγόρους του, τον αστυνομικό Αγγελόπουλο, είναι ενδεικτικός:
«ΜΠΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ: Ισχυρίζεστε ότι ήρθα εδώ για να εφαρμόσω τις αποφάσεις των Ολομελειών της ΚΕ του ΚΚΕ;
ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: Μάλιστα.
ΜΠΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ: Οι αποφάσεις αυτές λένε ότι βάση της δράσης του ΚΚΕ είναι ο αγώνας για το ψωμί, τις δημοκρατικές ελευθερίες, την ειρήνη. Έτσι δεν είναι;
ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: Έτσι.
ΜΠΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ: Επομένως, ο αγώνας για το ψωμί, τις δημοκρατικές ελευθερίες και την ειρήνη είναι συνωμοσία κατά της Ελλάδας;
ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι.
ΜΠΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ: Ευχαριστώ. Αυτό μονάχα ήθελα να διευκρινίσω».
Το ιδιόχειρο κείμενο – απόσπασμα της απολογίας του Νίκου Μπελογιάννη προς τον δημοσιογράφο Σπ.Δενδρινό, που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Προοδευτική Αλλαγή», λίγο πριν την εκτέλεσή του, στις 9 Μαρτίου 1952.
«Αγαπάμε την Ελλάδα και το λαό της περισσότερο από τους κατηγόρους μας. Το δείξαμε όταν εκινδύνευε η ελευθερία, η ανεξαρτησία και η ακεραιότητά της και, ακριβώς, αγωνιζόμαστε για να ξημερώσουν στη χώρα μας καλύτερες μέρες χωρίς πείνα και πόλεμο. Για το σκοπό αυτό αγωνιζόμαστε και όταν χρειαστεί θυσιάζουμε και τη ζωή μας. Πιστεύω ότι δικάζοντάς μας σήμερα, δικάζετε τον αγώνα για την ειρήνη, δικάζετε την Ελλάδα».
Ήταν τα τελευταία λόγια του Μπελογιάννη κατά την απολογία του, το Φλεβάρη του ’52. Λίγες μέρες πριν από την εκτέλεσή του.
Μετά τη δολοφονία ο Πωλ Ελυάρ έγραψε:
«Ο Μπελογιάννης είναι νεκρός. Δε θυσίασε τίποτα απ’ την τιμή και την ελπίδα μας για ένα αύριο φωτεινό. Χαμογελούσε…»
Ο Μπελογιάννης,απέναντι στα όπλα των δολοφόνων έστρεψε το δικό του «όπλο»: Ένα γαρύφαλλο. Και τρεις κουβέντες.
«Αγωνιζόμαστε για να προφτάσουμε την αυγή και το αύριο, για να δημιουργήσουμε νέους χρόνους κι εποχές, στο μπόι των ονείρων μας, στο μπόι των ανθρώπων – Έτσι αγαπάμε εμείς την Ελλάδα, με την καρδιά μας και με το αίμα μας».
*ΝΙΚΟΣ ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΣ imerodromos

Δευτέρα 29 Μαρτίου 2021

Ένας χρόνος χωρίς το Μανώλη Γλέζο

Ο Μανώλης Γλέζος, μάχιμος μέχρι την τελευταία στιγμή, ήταν ήρωας της Εθνικής Αντίστασης, πολιτικός, δημοσιογράφος και συγγραφέας.
Γεννήθηκε στην Απείρανθο της Νάξου στις 9 Σεπτεμβρίου 1922. Ήταν ακόμη στα μαθητικά θρανία όταν οργάνωσε την πρώτη του αντιφασιστική ομάδα το 1939 για την απελευθέρωση της Δωδεκανήσου από τους Ιταλούς και την αποτίναξη της δικτατορίας του Μεταξά. Μόλις ξέσπασε ο πόλεμος του 1940 ζήτησε να καταταγεί εθελοντής, αλλά λόγω του νεαρού της ηλικίας του δεν του επετράπη.
Στα χρόνια της ναζιστικής κατοχής ανέπτυξε έντονη απελευθερωτική δράση μέσα από τις γραμμές της ΟΚΝΕ, του ΕΑΜ Νέων και της ΕΠΟΝ. Τη νύχτα της 30ης Μαΐου κατέβασε τη χιτλερική σημαία από την Ακρόπολη μαζί με τον Απόστολο Σάντα προκαλώντας τον παγκόσμιο θαυμασμό και γράφτηκε στην Ιστορία ως ο «πρώτος Παρτιζάνος της Ευρώπης». Για την πράξη του αυτή καταδικάστηκε από τους κατακτητές ερήμην σε θάνατο. Συνολικά, ο Μανώλης Γλέζος καταδικάστηκε 28 φορές για την πολιτική του δραστηριότητα, από το μετεμφυλιακό κράτος και τη Χούντα, από τις οποίες τρεις φορές σε θάνατο. Παρέμεινε κρατούμενος (φυλακή και εξορία) 16 χρόνια.
Υπήρξε βουλευτής και πρόεδρος της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς (ΕΔΑ). Εξελέγη βουλευτής και ευρωβουλευτής του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος (ΠΑΣΟΚ), βουλευτής και ευρωβουλευτής του Συνασπισμού της Αριστεράς, των Κινημάτων και της Οικολογίας (ΣΥΝ) και του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς (ΣΥΡΙΖΑ).
Ο Μανώλης Γλέζος επισκέφτηκε το Μουσείο Εθνικής Αντίστασης Λαμίας τον Μάιο 2014 και συντάχθηκε με το χρόνιο αίτημα των Αντιστασιακών Οργανώσεων και του δημοκρατικού κόσμου της πόλης μας για τη λειτουργία ενός σύγχρονου Μουσείου ανοιχτού στους πολίτες και ιδιαίτερα στις επισκέψεις μαθητών. Δώρισε βιβλία του στη βιβλιοθήκη του Μουσείου και τόνισε το μορφωτικό και εκπαιδευτικό της ρόλο.
Η αγωνιστική του δράση και η προσφορά του Μανώλη Γλέζου στην εμπέδωση της δημοκρατίας, της ισότητας και της κοινωνικής δικαιοσύνης αποτελούν παράδειγμα προς μίμηση για όλους εμάς και για τις επόμενες γενιές.
Διαδικτυακή εκδήλωση στη μνήμη του μεγάλου Μανώλη Γλέζου θα πραγματοποιηθεί το απόγευμα της Τρίτης, έναν χρόνο μετά τον βιολογικό θάνατό του.
Όπως ενημερώνουν οι διοργανωτές της εκδήλωσης: «Πέρασε κιόλας ένας χρόνος… Ένας χρόνος και είναι σαν χθες που έφυγε και άφησε ένα κενό στη ζωή μας όχι όμως και στην καρδιά μας και στη μνήμη μας. Ασυμβίβαστος αγωνιστής για την Ελευθερία, τη Δημοκρατία και τα Κοινωνικά Δικαιώματα, υπερασπιστής του Δίκιου των αδύναμων και του Λαού μας, Ενεργός Πολίτης, ακαταπόνητος και πάντα παρών, που «αντί να ξοφλήσει τη ζωή του με την τόλμη μιας στιγμής την έσπειρε σε έναν αιώνα».
«Εξαιτίας των προληπτικών μέτρων που επιβάλλονται λόγω της πανδημίας, δεν δόθηκε η ευκαιρία του συλλογικού αποχαιρετισμού τότε και δεν δίνεται και τώρα η δυνατότητα μιας ανοιχτής εκδήλωσης. Για «να μη σβήσουν τα καντήλια της μνήμης», ακολουθώντας τις αναγκαίες συνήθειες των καιρών, θα μοιραστούμε αναμνήσεις που φυλάξαμε από τον αγαπημένο μας Μανώλη μέσα από μια διαδικτυακή συνάντηση, που θα γίνει στις 30 του Μάρτη, στις 7:30 μ.μ.».
Στην εκδήλωση συμμετέχουν οι: Κώστας Ήσυχος, Μανώλης Ισιγώνης (αρχιτέκτονας, Πάρος), Ιωάννα Καρυστιάνη (συγγραφέας), Σοφία Κατσουρού (φιλόλογος, Απεράθου), Άννα Λεβογιάννη (νηπιαγωγός, μουσικός), Παναγιώτα Μανιού (επ. συνεργάτης στην Ευρωβουλή), Γιάννης Μηλιός (ομότιμος καθηγητής ΕΜΠ), Θανάσης Παπαδόπουλος (δήμαρχος Καλαβρύτων), Μαργαρίτα Παπαϊωάννου (πολιτικός μηχανικός, Λονδίνο), Σπύρος Παυλίδης (ομότιμος καθηγητής ΑΠΘ), Τάκης Πολίτης (καθηγητής Παν. Θεσσαλίας), Σωτήρης Πράπας (καρδιοχειρουργός), Πέπη Ρηγοπούλου (Ομοτ. καθηγήτρια ΕΚΠΑ, συγγραφέας), Σοφία Σακοράφα (αντιπρόεδρος Βουλής των Ελλήνων), Λη Σαράφη (ιστορικός), Άννα Φιλίνη (αρχιτέκτονας, ζωγράφος).
Βιντεοσκοπημένη συμμετοχή: Fabio De Masi (βουλευτής στη γερμανική Bundestag), Martina Michels (ευρωβουλευτής), Paul Emile Dupret (επ. συνεργάτης στην Ευρωβουλή)
Για να παρακολουθήσετε την απευθείας μετάδοση της διαδικτυακής εκδήλωσης στο YouTube:
Για να εγγραφείτε στο κανάλι του Μανώλη Γλέζου – Manolis Glezos στο YouTube:
Για να παρακολουθήσετε την απευθείας μετάδοση της διαδικτυακής εκδήλωσης στο Facebook:

Κυριακή 28 Μαρτίου 2021

 Η Επανάσταση του 1821 και το ΕΑΜ: μια σχέση έμπνευσης

Η Επανάσταση του `21 αποδείχθηκε για το ΕΑΜ προσδιοριστικό του στοιχείο. Εξελίχθηκε σε μια συνθήκη διαρκούς επιρροής και δημιουργίας, απορρέουσα από τις αναλογίες και είχαν τα δύο ιστορικά φαινόμενα ως εκδήλωση δύο λαϊκών εξεγέρσεων έναντι ενός πάνοπλου και ανηλεούς εχθρού. Ήταν, επομένως, φυσικό οι προκλήσεις που αντιμετώπισε η Εθνική Αντίσταση να ωθήσουν σε αναζήτηση παραδειγμάτων στην Επανάσταση του `21, κάτι που αποδείχθηκε σε κλειδί για την ίδια την ανάπτυξη του ΕΑΜικού φαινομένου. Αυτό αφορούσε τόσο στον τρόπο που οργανώθηκε και πολέμησε ο ΕΛΑΣ, στην διαδικασία συγχώνευσης ένοπλης και άοπλης αντίστασης, στους μηχανισμούς που συνέθεσαν διαφορετικές κοινωνικές επιδιώξεις στο ΕΑΜικό μέτωπο, όσο και στην οργάνωση της εξουσίας, αλλά και της κοινωνικής ζωής στην Ελεύθερη Ελλάδα. Οι ιστορικοί και οι διανοούμενοι της Αντίστασης με την ιστορική τους αφήγηση, τα Απομνημονεύματα των Αγωνιστών του 1821, οι παραδόσεις που είχε εγγράψει στην κοινή συνείδηση η Ελληνική Επανάσταση, αλλά και οι ίδιες οι απαιτήσεις της αντιστασιακής πράξης εξηγούν ανάγλυφα τα χαρακτηριστικά της Επανάστασης του ΕΑΜ και την μακροχρόνια δυναμική που προσέλαβε στην συλλογική μας συνείδηση.
Τα θέματα που θα αναπτυχθούν:
Οι στρατιωτικές αναλογίες: Η τακτική του Κολοκοτρώνη και το αντάρτικο του ΕΛΑΣ - Ο Καραϊσκάκης και η διαχείριση των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων των Γερμανών στα 1943-1944
Ο ανηλεής πόλεμος με τον πάνοπλο Οθωμανικό στρατό, οι Σφαγές και οι ανασκολοπισμοί στα 1821 και οι Γερμανοί των Ολοκαυτωμάτων και των βασανισμών στα 1941-44. Από τον Αθανάσιο Διάκο στην Ηλέκτρα Αποστόλου, από τη σφαγή της Χίου στον Χορτιάτη και το Δίστομο
Η δομή των μαχητικών οργανώσεων και η οργάνωση της στρατιωτικής διοίκησης: από τα Αρματολίκια στον ΕΛΑΣ και τις συνελεύσεις ανταρτών. Ο Καπετάνιος το 1821 και το 1941-44 και, από τον Υψηλάντη στο Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ
Η συγκρότηση των λαϊκών εξουσιών και η πολιτική οργάνωση: Κοινοτική οργάνωση στην Τουρκοκρατία και λαϊκές εξουσίες του ΕΑΜ στο Βουνό, οι Εθνοσυνελεύσεις της Επανάστασης και η ΠΕΕΑ στην Αντίσταση.
Η ιδεολογία, τα σύμβολα, η εθνική απελευθέρωση και το θρησκευτικό αίσθημα: Από το εθνικό ιδεώδες στην Επανάσταση στη συνύπαρξη πατριωτισμού, εθνικών επετείων, διεθνισμού και θρησκείας στο ΕΑΜ
Ιμπεριαλισμός, Μεγάλες Δυνάμεις και Αυτοδιάθεση: Από το ψήφισμα της Υποτέλειας, την ιδεολογία του «ξανθού Γένους» και τα Πρωτόκολλα της Ανεξαρτησίας στο ΕΑΜ και την Εθνική Ανεξαρτησία
Η ταξική πολιτική: Από τη διαχείριση των εθνικών γαιών κατά την Επανάσταση στο ταξικό αίτημα της Αντίστασης
Το κοινωνικό υποκείμενο: Από τον «λαό» και τους αγρότες του 1821 στον «λαό» και την εργατική τάξη στο ΕΑΜ
Η εκδήλωση θα μεταδοθεί στο:
και

Πέμπτη 25 Μαρτίου 2021

 Γιατί πολεμήσαμε....

Οι σημαντικές επέτειοι, όπως τα 200 χρόνια από την έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης, είναι λόγος να στοχαστούμε πάνω στην Ιστορία, να φωτίσουμε αθέατες πτυχές και να αναδείξουμε την αλληλεξάρτηση γεγονότων, συμπεριφορών και δράσεων αλλά και να οργανώσουμε το παρόν και το μέλλον της πατρίδας μας. Η επανάσταση του 1821 και ο αγώνας της Ανεξαρτησίας που μας φανερώνει ανάγλυφες τις συγκλονιστικές δυνάμεις του λαού που με τον αγώνα του μπορεί να γίνει ο δημιουργός της ιστορίας.
Όταν αποφασίσαμε να κάμομε την Επανάσταση», ανακαλούσε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης στην Πνύκα στις 7 Οκτωβρίου 1838, «δεν εσυλλογισθήκαμε ούτε πόσοι είμεθα ούτε πώς δεν έχομε άρματα ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις ούτε κανένας φρόνιμος μας είπε “πού πάτε εδώ να πολεμήσετε με σιταροκάραβα βατσέλα;”, αλλά ως μία βροχή έπεσε εις όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και ο κλήρος μας και οι προεστοί και οι καπεταναίοι και οι πεπαιδευμένοι και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι, εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την Επανάσταση».
Χρόνια πολλά

Τετάρτη 24 Μαρτίου 2021

 «ΑΝΤΑΡΤΗΣ, ΚΛΕΦΤΗΣ, ΠΑΛΛΗΚΑΡΙ,ΠΑΝΤΑ ΕΙΝ’ Ο ΙΔΙΟΣ Ο ΛΑΟΣ»

Εθνική Αντίσταση και 1821, της Βασιλικής Λάζου

Στις σκληρές συνθήκες της Κατοχής η Επανάσταση του 1821 λαμβάνει νέο νόημα προκειμένου να εκφράσει τη συνέχιση των λαϊκών αγώνων αλλά και την αναγκαιότητα της ολοκλήρωσής τους. Έλληνες και Ελληνίδες άξιζε να πολεμήσουν σαν «Κολοκοτρωναίοι», ενωμένοι στον αγώνα για την ολοκλήρωση του 1821. Έπαθλό τους «μια Ελλάδα, ελεύθερη και πολιτισμένη». «Ένας λεύτερος και ευτυχισμένος ελληνικός λαός».
Η σύνδεση με το ηρωικό ένδοξο παρελθόν δεν εκφράστηκε μόνο με άρθρα σε ΕΑΜικές εφημερίδες και φυλλάδια. Μετουσιώθηκε σε πράξη. Το ΕΑΜ θα γιορτάσει την 25η Μαρτίου με μαζικές κινητοποιήσεις ενάντια στην ξενική κατοχή. Μέσα από πατριωτικούς συμβολισμούς και τελετουργίες, με ηρώα και ανδριάντες να στεφανώνονται συχνά μέσα σε συνθήκες βίαιες και αιματηρές. Η πρώτη επέτειος, το 1942, θα τιμηθεί από τους φοιτητές. Ήταν η «Μεγάλη Έξοδος» των νέων «με τα πρησμένα πόδια που τους έλεγαν αλήτες». Ένα χρόνο αργότερα, η επέτειος της 25ης Μάρτη 1943 θα αποτελέσει άλλο έναν σταθμό της γενικευμένης εξέγερσης με τις δυναμικές διαδηλώσεις και τις γενικές απεργίες εκείνων των ημερών ενάντια στην πολιτική επιστράτευση.
Αφθονούν τα παραδείγματα σύνδεσης με το 1821 σε όλες τις πρακτικές και το λόγο της ΕΑΜικής Αντίστασης. Από το πρώτο αμήχανο σύνθημα ΕΑΜ-Τσαρούχι το 1941 ως την χρήση όρων όπως «Νέα Κλεφτουριά» ή «Νέα Φιλική Εταιρεία». Από τη χρησιμοποίηση του χαρακτηρισμού καπετάνιος για τον στρατιωτικό διοικητή των αντάρτικων μονάδων ως τη χρήση ονομάτων των αγωνιστών του 1821 ως ψευδώνυμα των αγωνιστών. Από τη συμμετοχή κληρικών στο αντάρτικο όπως του παπα-Ανυπόμονου, δίπλα στον Άρη ως τους στίχους των αντάρτικων τραγουδιών που αναπαράγουν την κλέφτικη παράδοση «ξαναζωντάνεψε τ’ αρματωλίκι», «αντάρτης, κλέφτης, παλληκάρι, πάντα είν’ ο ίδιος ο λαός».
Κορυφαία συμβολική βίωση του αντάρτικου ως συνέχεια της Μεγάλης Επανάστασης του 1821 οι ομιλίες των ηγετών του ΚΚΕ Γιώργη Σιάντου και Γιάννη Ζέβγου στο Εθνικό Συμβούλιο των Κορυσχάδων, με φόντο τα πορτρέτα αγωνιστών του ’21 τον Μάιο του 1944. «Μια πύρινη επιγραφή στέκει απ’ έξω απ΄ένα σκολειό ενός μικρού βουνίσιου χωριού της Ελεύθερης Ελλάδας: «Επίδαυρος 1821-Κορυσχάδες 1944». Αλλοίμονο σε όσους σκοτίζονται από τη λάμψη της και δεν θελήσουν να τη διαβάσουν», γράφει τον Μάιο 1944 ο Κώστας Καραγιώργης αποτυπώνοντας την μεγαλειώδη στιγμή της σύγκλησης του Εθνικού Συμβουλίου της Κυβέρνησης του Βουνού.
Στο λόγο του στην ελεύθερη Λαμία τον Οκτώβριο 1944 ο Άρης Βελουχιώτης κάνει εκτεταμένες αναφορές στο ηρωικό παρελθόν της Επανάστασης του 1821 μέσα από το πρίσμα της πρόσφατης ΕΑΜικής εμπειρίας μιλώντας για ένα «θαύμα, που συντελέστηκε από τις ίδιες τις δυνάμεις και τα μέσα του λαού» αλλά και τις προσπάθειες από την «αντίδραση, ντόπια και ξένη, για να ευνουχίσει το λαϊκό χαραχτήρα του κινήματος και να επιβάλει νέα σκλαβιά».
Η προβολή του ΕΑΜ ως συνεχιστή των παραδόσεων του 1821 και η σύνδεση των επαναστατικών εθνικοαπελευθερωτικών αγώνων με το ΕΑΜ μπόρεσε να εμπνεύσει και να κινητοποιήσει το λαό για να αγωνιστεί για την απελευθέρωσή του αλλά και να διεκδικήσει το όραμα μιας νέας κοινωνίας.

Δευτέρα 22 Μαρτίου 2021

 ''Γυναίκες και Επανάσταση''

Με χαρά πήραμε στα χέρια μας την πρόσφατη κυκλοφορία του νέου βιβλίου της Βασιλικής Λάζου*, προέδρου του σωματείου μας ''Φίλοι Μουσείου Εθνικής Αντίστασης και Σύγχρονης Ιστορίας Ρούμελης''.
Το βιβλίο έχει τίτλο ''Γυναίκες και Επανάσταση'' και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα.
Το βιβλίο της κ. Λάζου έρχεται να εξετάσει και να παρουσιάσει στον αναγνώστη μία αθέατη πλευρά της Ελληνικής Επανάστασης και του Αγώνα της Ανεξαρτησίας. Μέσα από τη μελέτη κλασικών και νεότερων έργων της ιστοριογραφίας για την επανάσταση, απομνημονευμάτων, έργα περιηγητών, φιλελλήνων κ.α. φωτίζει τις πράξεις τόσο των άγνωστων, των απλών γυναικών που βρέθηκαν στη δίνη των γεγονότων, αλλά και των επωνύμων. Των γυναικών που συμμετείχαν στην πολεμική δραστηριότητα, αλλά και στη φροντίδα των τραυματιών. Άλλοτε αποτέλεσαν ένα έμψυχο εμπόρευμα των σκλαβοπάζαρων και άλλοτε την κινητήρια δύναμη για τη συντήρηση των επαναστατημένων. Γυναίκες της αριστοκρατίας, συνωμότριες, σύζυγοι, ερωμένες και χήρες αγωνιστών.
Από την Τριπολιτσά, το Μεσολόγγι και την Ακρόπολη έως τη Μάνη και τα νησιά, οι γυναίκες ήταν παρούσες. Από τον οθωμανικό ελλαδικό χώρο μέχρι το νεοσύστατο ελληνικό κράτος. Φυσικά σε μία επετειακή έκδοση δεν θα μπορούσαν να λείπουν και οι μεγάλες κυρίες του Αγώνα, Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα και Μαντώ Μαυρογένους, δύο γυναίκες που ξεπέρασαν τα κοινωνικά όρια του φύλου τους και βρέθηκαν στο επίκεντρο των εξελίξεων.
Η Βασιλική Λάζου, εκτός από την τεκμηριωμένη σκιαγράφηση της γυναικείας παρουσίας στα χρόνια της Επανάστασης και του Αγώνα, επιχειρεί τελικά να απαντήσει και στο ερώτημα: τι άλλαξε στη ζωή των γυναικών από την οθωμανική κοινωνία στον δρόμο για το ανεξάρτητο ελληνικό κράτος;
Τα μέλη του Δ.Σ. του σωματείου, θα θέλαμε να ευχηθούμε «καλοτάξιδο» το νέο της βιβλίο και με το καλό να βάλει πλώρη για νέα «συγγραφικά ταξίδια».
*Η Βασιλική Λάζου είναι ιστορικός, Διδάσκουσα στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ.

Κυριακή 21 Μαρτίου 2021

 Η σφαγή στο Ελευθεροχώρι Γιαννιτσών 22 Μάρτη 1944

Γερμανοί και τμήματα της ΠΑΟ κυκλώνουν και καίγουν ολοκληρωτικά το Ελευθεροχώρι Γιαννιτσών. Σκότωσαν όσους βρήκαν μέχρι και νεογέννητα.
Από τους πρώτους που οργανώθηκαν στο Ε.Α.Μ. και βοήθησαν στην αντίσταση κατά του κατακτητή ήταν και οι κάτοικοι του Ελευθεροχωρίου. Η ιστορία του χωριού δεν είναι τόσο γνωστή όσο του Χορτιάτη, της Καισαριανής, του Διστόμου, του Κοντομαρί Κρήτης και άλλων περιοχών που δοκίμασαν την αγριότητα των κατακτητών. Η γεωγραφική θέση του στους πρόποδες του Πάικου, η συχνή επαφή με τους αντάρτες του βουνού, η προσφορά τροφίμων και βοήθειας ήταν καθολική. Δεν υπήρχε ούτε μία οικογένεια που να μην συμμετείχε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στον αγώνα. Πολλοί ήδη, πολεμούσαν με τους αντάρτες και έτσι όλοι μπήκαν στο στόχαστρο των Γερμανών και των φίλων τους, Ταγματασφαλιτών.
Ήδη από τον Οκτώβρη του 1943 είχαν τα πρώτα θύματα. Δύο παλικάρια που κατάγονταν από τη Βυρώνεια Σερρών, οργανωμένα στο Ε.Α.Μ. ήρθαν στο χωριό επειδή είχαν συγγένεια με τη Σταυρέτσα Χαμαλίδου. Σε μάχη των ανταρτών με τους Γερμανούς σκοτώθηκαν και οι δύο. Σάββας το όνομα του ενός, άγνωστο του δεύτερου. Σκοτώθηκαν και άλλα δύο αδέλφια, ο Αριστείδης και ο Μιλτιάδης Χατζηβασιλειάδης...
...Στις 23 του Μάρτη του 1944 το χωριό βρέθηκε κυκλωμένο από Γερμανούς και τις ομάδες των Παοτζήδων (φασίστες, συνεργάτες των Γερμανών) του Γ. Πούλιου και του Γ. Παπαδόπουλου. Οι εγκληματίες αυτοί θα αναλάμβαναν να κάνουν τη βρώμικη δουλειά που είχαν σχεδιάσει. Ένα χιλιόμετρο έξω από το χωριό, στο σημείο που ονόμαζαν «Άσπρη Πέτρα», σκότωσαν τον πρώτο χωριανό, που βοσκούσε αμέριμνος τα κατσίκια του. Ήταν ο Βενιζέλος Χαμαλίδης και ακολούθησε ο Ιωσήφ Χατζηβασιλειάδης Οι Ταγματασφαλίτες με τους Γερμανούς έσφιγγαν τον κλοιό όλο και περισσότερο...
... Το χωριό ανάστατο με την αγωνία στο κατακόρυφο, από τους σποραδικούς πυροβολισμούς και κάποιες ριπές από μυδράλιο που ακούγονταν. Η Ελένη αποφασιστικά μάζεψε τα παιδιά της και με τη Μαρία, που ήταν έγκυος στο πρώτο της παιδί κρατώντας τα από το χέρι, προχώρησαν στο αμπέλι. Μία ριπή κοντά στα πόδια τους έκανε να αλλάξουν πορεία. Δοκιμάζοντας από την άλλη πλευρά είδαν ότι δεν ήταν στο στόχο και ανηφόρισαν βιαστικά για την Κρώμνη μαζί με άλλους συγχωριανούς. Η Αναστασία φεύγοντας έπεσε σε πυρά και αναγκαστικά γύρισε πίσω στο χωριό. Μη βρίσκοντας τους δικούς της στο σπίτι πήγε στην αδελφή της γιαγιάς Κυριακής. Η Αγλαΐα Σεβαστιάδου ήταν στο σπίτι της. Είχε φουρνίσει ψωμιά για τους αντάρτες και περίμενε να ψηθούν. Πίστευε ότι δεν θα πείραζαν τις γυναίκες και είχε αποφασίσει να παραμείνει. Εκεί βρήκε καταφύγιο και η 9χρονη Αναστασία. Όταν έφθασαν οι φασίστες του Πούλιου, σκότωσαν την Αγλαΐα, την κόρη της Βαρβάρα και την Αναστασία. Έβγαλαν έξω στην αυλή την αδελφή της Αγλαΐας, τη Χαρίκλεια Στοφορίδη που ήταν έγκυος και με τη ξιφολόγχη της έσκισαν την κοιλιά. Το μωρό πετάχτηκε έξω και το κάρφωσαν και αυτό. Με το μαχαίρι αποτελείωσαν και τη μάνα...
Στο ίδιο μέρος σκότωσαν και τη γυναίκα του Γρηγόρη Χαμαλίδη, Παρθένα Χαμαλίδου. Σε άλλο σπίτι σκότωσαν τη μόλις 9 ημερών λεχώνα, Εύχαρι Καπακίδου μαζί με το βρέφος της και την πεθερά της, Δέσποινα Καπακίδου.
Η κόρη της Δέσποινα που είχε το ίδιο όνομα με τη μητέρα της τραυματίστηκε και προσποιούμενη ότι ήταν νεκρή, γλίτωσε. Τον γέροντα Κωνσταντίνο Χαμαλίδη, τον σήκωσαν από το κρεβάτι, όπου κειτόταν άρρωστος και αφού τον γύρισαν στα σπίτια για να δει τους σκοτωμένους, τον πήγαν ξανά στο σπίτι του, τον έβγαλαν στην αυλή του και τον αποκεφάλισαν με τσεκούρι πάνω στο κούτσουρο όπου έκοβαν τα ξύλα.
Του Κουσίδη τις δύο κόρες, την Ανάστα και τη Δέσποινα τις σκότωσαν μαζί. Η Παρθένα Αμανατιάδου ήταν η δεύτερη που επέζησε νομίζοντας την νεκρή μετά τον πυροβολισμό της. Τον γέρο Καλτσίδη Γιώργο τον περιέφεραν και αυτόν σε όλα τα σπίτια, τον άφησαν στο σπίτι του και τον σκότωσαν την άλλη μέρα, το πρωί.
Τα κτήνη θέλοντας να ολοκληρώσουν το έργο τους παρέδωσαν το χωριό στις φλόγες και ξεθεμελίωσαν όλα τα σπίτια με μανία. Η βαρβαρότητα των εγκλημάτων συντελέστηκε και αναχώρησαν νικητές για τα Γιαννιτσά.
Οι υπόλοιποι κάτοικοι του Ελευθεροχωρίου, που επέζησαν, κατέφυγαν στην Κρώμνη και έμειναν εκεί μαζί με τους αντάρτες.
Η κυρά-Ελένη με τα παιδιά της κατέλυσαν σ’ ένα δωμάτιο όπου υπήρχαν δέκα-(10) αντάρτες. Η Μαρία την επόμενη ημέρα ζήτησε από κάποιον αντάρτη ένα ζευγάρι αρβύλες για να πάει στην πλατεία του χωριού για να μάθει νέα. Εκεί έμαθε τα θλιβερά μαντάτα, ότι συνολικά εκτελέστηκαν δεκαεπτά (17) άτομα. Μαζί τους και η αδελφή της, η Αναστασία. Στη μάνα,
(Το παραπάνω απόσπασμα προέρχεται από το βιβλίο του Γιάννη Βαμβακίδη «…και ποτέ μην το ξεχάσεις»)
έτσι στα αρχεία του κράτους εμφανιζόταν το Ελευθεροχώρι μ’ έναν(1) μόνιμο όταν τη ρώτησε αν έμαθε τίποτε για την Αναστασία, είπε ότι δε γνώριζε. Ο πατέρας της που είχε κρυφτεί κοντά στο χωριό ήταν από τους πρώτους που γύρισε στα ερείπια που κάπνιζαν ακόμα. Ανάμεσα στα αποκαΐδια αναγνώρισε το κορίτσι του από το γιακά της ζακέτας που φορούσε. Σπαράζοντας στο κλάμα άρπαξε το άψυχο κορμί του παιδιού στην αγκαλιά του και αλλόφρονας μοιρολογώντας τριγύριζε σαν χαμένος. Στη θέση που ήταν το σπίτι του δεν υπήρχε τίποτε. Ακούμπησε απαλά στο χώμα το νεκρό παιδί, πήρε στάχτη στα χέρια του και την έτριψε στα μαλλιά και το πρόσωπο του.
Ο πόνος του πατέρα αβάσταχτος σ’ αυτήν την συμφορά. Τι να πρωτοθρηνήσει; Το κορίτσι του, τους συγγενείς ή το κατεστραμμένο σπιτικό του; Κοντά του σε λίγο βρέθηκαν και άλλοι συγχωριανοί που είχαν κρυφτεί τριγύρω. Ο θρήνος γενικεύτηκε. Συγκέντρωσαν τα καμένα πτώματα και τα έθαψαν όλα μαζί σ’ έναν ομαδικό τάφο. Σε δύο ημέρες από το τραγικό συμβάν αναχώρησαν και αυτοί προς την Κρώμνη. Έμειναν εκεί για δεκαπέντε –(15) ημέρες και κατόπιν άλλοι πήγαν στην Αξό και άλλοι στο Μυλότοπο για να καταλήξουν στο τέλος, στα Γιαννιτσά.
…..το Ελευθεροχώρι με τις 60 οικογένειες (όλες ποντιακής καταγωγής) αναλογικά πλήρωσε το μεγαλύτερο φόρο αίματος με τα 17 θύματα και τα 2 βρέφη από ό,τι άλλες πόλεις στη διάρκεια της Κατοχής. Οι υλικές ζημιές ήταν ανεπανόρθωτες, αφού το χωριό εγκαταλείφθηκε και οι κάτοικοι του εγκαταστάθηκαν στα Γιαννιτσά.
Αργότερα, στα ερείπια του επανήλθαν φτιάχνοντας καλύβες με φτέρη 5-6 οικογένειες, όπου παραθέριζαν το καλοκαίρι. Από τους πρώτους ήταν ο Καλτσίδης Σάββας, ο οποίος σε κάποια απογραφή δήλωσε συμβολικά ως μόνιμος κάτοικος καικάτοικο.
*ethniki-antistasi-dse.gr

Δευτέρα 15 Μαρτίου 2021

 Καλογρέζα 15 Μάρτη 1944: Το πρώτο μεγάλο μπλόκο της Αθήνας

Το 1944 βρίσκει τις εργατικές φτωχογειτονιές της Αθήνας σε αγωνιστικό αναβρασμό. Η αντιστασιακή δράση του λαού της πρωτεύουσας δυναμώνει συνεχώς. Δίπλα στις κινητοποιήσεις και τους απεργιακούς αγώνες για την χορήγηση τροφίμων και το σταμάτημα της κατοχικής τρομοκρατίας οι κάτοικοι των συνοικιών οργανώνονται μαζικά στο ΕΑΜ, τον ΕΛΑΣ και την ΕΠΟΝ και αρχίζουν να εξοπλίζονται. Στις 26 του Γενάρη απεργούν χιλιάδες δημόσιοι και τραπεζικοί υπάλληλοι, στις 4 Μάρτη παραλύουν οι συγκοινωνίες από την 24ωρη απεργία των σιδηροδρομικών υπαλλήλων ΣΕΚ και ΣΠΑΠ. Εγιναν συγκρούσεις των σιδηροδρομικών με τους γερμανοτσολιάδες.
Οι Γερμανοί κατακτητές και η δωσίλογη κυβέρνηση του Ράλλη ανησυχούν. Κύριος στόχος τους το ξήλωμα των αντιστασιακών οργανώσεων και το γονάτισμα των συνοικιών.
Εκείνο το Σάββατο 4 Μάρτη αρχίζουν οι χιτλερικές επιδρομές στις λαϊκές γειτονιές, με την προσπάθεια να εισβάλουν στην Κοκκινιά. Ο ΕΛΑΣ τους περιμένει και ξεκινάει η Ιστορική Μάχη της Κοκκινιάς. Την Δευτέρα 6 Μάρτη 1944, ο Πειραιάς αντιδρά και κατεβαίνει σε μαζική πανεργατική απεργία κατά της τρομοκρατίας του λαού της Κοκκινιάς. Η συμμετοχή κι η αλληλεγγύη των εργατών και του λαού προς τους Κοκκινιώτες αγωνιστές είναι καθολική. Νεκρώνει το λιμάνι, τα συνεργεία, τα ραφτάδικα, τα υφαντουργεία, τα σαπουνάδικα, τα λαδάδικα… σε όλο τον Πειραιά. Εκτός από την αλληλεγγύη των εργατών και του λαού προς τους Κοκκινιώτες, οι απεργιακές κινητοποιήσεις μπλοκάρουν και σημαντικές δυνάμεις των Γερμανών, των Ταγμάτων Ασφαλείας και της Χωροφυλακής, στο κέντρο του Πειραιά και δεν μπορούν να εισβάλουν στην Κοκκινιά. Η μάχη κράτησε 3 μέρες, μέχρι το βράδυ της 8 Μάρτη, όταν αποχώρησαν οι Ναζί και οι ταγματασφαλίτες από την Κοκκινιά παίρνοντας μαζί τους 300 αιχμάλωτους στο Χαϊδάρι, αφού εκτέλεσαν 4 ΕΑΜίτες στην πλατεία Αγίων Αναργύρων
Απ’ τα μέσα Φλεβάρη υπάρχει η πληροφορία ότι οι ταγματασφαλίτες του Ντερτιλή και του Λάμπου θα κάνουν επίθεση στις εργατοσυνοικίες της Νέας Ιωνίας, Καλογρέζα, Σαφράμπολη κλπ. Ο ΕΛΑΣ της περιοχής, το 3ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ Αθήνας και η 8η Αχτίδα της ΚΟΑ μπαίνουν σε επιφυλακή.
Οι ταγματασφαλίτες, καταφέρνουν ένα σημαντικό χτύπημα. Μετά από προδοσία ενός χαφιέ, δέχονται επίθεση στο σπίτι τους, στις 23 Φλεβάρη, τα αδέλφια Μπαρτζώκα, τον πολιτικό καθοδηγητή Στέλιο Μπαρτζώκα και τον καπετάνιο του λόχου Καλογρέζας Αλέξη Μπαρτζώκα. Στην συμπλοκή που ακολούθησε ο Αλέξης σκοτώνεται επί τόπου. Ο Στέλιος μεταφέρεται στο Χαϊδάρι και εκτελείται στις αρχές Μάρτη.
Μετά την επίθεση στην Κοκκινιά τα μέτρα της επιφυλακής εντείνονται. Μια βδομάδα όμως μετά οι αποκεφαλισμένες και άπειρες ακόμα δυνάμεις του ΕΛΑΣ χαλαρώνουν εφησυχασμένες, εκτιμώντας ότι ο κίνδυνος πέρασε και χωρίς την συγκατάθεση της Επιτροπής Πόλης της ΚΟΑ, σταματούν την επιφυλακή.
Τις μέρες αυτές οι ανθρακωρύχοι της Καλογρέζας βρίσκονται σε αγωνιστικές κινητοποιήσεις. Στις 14 Μάρτη επιτροπή εργαζομένων στα ανθρακωρυχεία καταθέτουν στην εργοδοσία αιτήματα των εργατών. Την ίδια μέρα σε σύσκεψη του κατοχικού υπουργού Εσωτερικών Αναστάσιου Ταβουλάρη με την ηγεσία των δωσιλογικών Σωμάτων Ασφαλείας αποφασίζεται η διενέργεια ερευνών και συλλήψεων «εν τω Συνοικισμώ Καλογραίζης και των πέριξ αυτού μικροσυνοικισμών την επομένην ημέραν».
Στη σύσκεψη συμμετείχαν ο Διευθυντής της Δ/νσεως Συντονισμού Χωροφυλακής Αντισυνταγματάρχης Νικόλαος Ταρσατόπουλος, ο Γεν. Διευθυντής Χωροφυλακής Υποστράτηγος Κατσιμπίρης, ο Διευθυντής Χωροφυλακής Συνταγματάρχης Γαλανός, ο Αρχηγός Χωροφυλακής Υποστράτηγος Γκίνης, ο Διευθυντής της Ειδικής Ασφάλειας Χωροφυλακής Υποστράτηγος Λάμπου, ο Διοικητής των Ταγμάτων Ασφαλείας Υποστράτηγος Ντερτιλής και ο Γερμανός αξιωματικός «παρά τω Υπουργείω» Μπος.
Αργά το βράδυ, γύρω στα μεσάνυχτα, μεγάλες δυνάμεις των ταγματασφαλιτών και το σύνολο των ανδρών της Ειδικής Ασφάλειας περικυκλώνουν τη Νέα Ιωνία, την Καλογρέζα, την Σαφράμπολη και το Ηράκλειο. Η Ειδική Ασφάλεια του Λάμπου έχει έτοιμο κατάλογο με ονόματα πρωτοπόρων εργατών, ΕΑΜιτών, ΕΠΟΝιτών και κομμουνιστών.
Πριν ακόμα ξημερώσει η 15 Μάρτη 1944 τα γερμανικά Es-Es, οι δολοφόνοι της Ειδικής Ασφάλειας με επικεφαλής τον Λάμπου, οι ταγματασφαλίτες γερμανοτσολιάδες με επικεφαλής τον συνταγματάρχη Νικόλαο Πλυτζανόπουλο, χωροφύλακες με τον αρχηγό τους υποστράτηγο Γκίνο, ένα σύνολο πάνω από 2.000 εξαγριωμένων βανδάλων, με πυροβολισμούς, χειροβομβίδες, βρισιές σπρωξίματα και κλωτσιές ξεχύνονται μέσα στα σπίτια των αιφνιδιασμένων κατοίκων της συνοικίας. Ερευνες, συλλήψεις με υποδείξεις των κουκουλοφόρων καταδοτών και βασανισμοί για να μαρτυρήσουν τα στελέχη των αντιστασιακών οργανώσεων.
Συλλαμβάνουν τους άνδρες, τρομοκρατούν γυναίκες και παιδιά, μαζεύουν τους άνδρες που πάνε για την πρωινή βάρδια στα εργοστάσια. Λεηλατούν σπίτια και μαγαζιά. Στα λιγνιτωρυχεία, την ώρα που σχολάει η νυχτερινή βάρδια και βγαίνει από τις στοές, τους μαζεύουν όλους και συλλαμβάνουν τους περισσότερους. Τους οδηγούν, μαζί μ’ άλλους άνδρες από την Ελευθερούπολη, τη Σαφράμπολη, το Παναιτώλιο και άλλα σημεία της Νέας Ιωνίας με βρισιές, με κτυπήματα και υπό την απειλή των όπλων, στην πλατεία της εκκλησίας της Ζωοδόχου Πηγής, όπου βρίσκεται το τμήμα Χωροφυλακής της Καλογρέζας. Εκεί βρίσκουν βασανίζουν τον 19χρονο Παναγιώτη Μικρόπουλο που την προηγούμενη μέρα είχε πάει στο διευθυντή του ορυχείου να ζητήσει να ικανοποιηθούν τα αιτήματα των λιγνιτωρύχων. Του ζητούν να προδώσει συναγωνιστές του, αυτός αρνείται. Τον απομακρύνουν τον πάνε παρακάτω στο ρέμα και τον εκτελούν.
Ο αυτόπτης μάρτυρας, 20χρονος τότε αγωνιστής Νίκος Παπούδης που ο πατέρας του Μιχάλης Παπούδης εκτελέστηκε σε αυτό το μπλόκο, διηγείται:
«Επικεφαλής των Γερμανοτσολιάδων ο αρχιπροδότης και εγκληματίας Λάμπου, με άμεσους συνεργάτες, τους περιβόητους βασανιστές της Ασφάλειας Παρθενίου και Μόρφη.
Επιβλέποντες, τα αφεντικά τους 3-5 Γερμανοί Αξιωματικοί. Συγκεντρώνουν όλους τους άντρες από 18 χρονών και πάνω, σε δυο σημεία. Στην πλαγιά του Ηρακλείου, στο τέρμα της Ζωοδόχου Πηγής και στην πλαγιά του Καπιτωλίου στην Αλσούπολη. Εχουν στα χέρια τους καταλόγους, με εκατοντάδες ονόματα πατριωτών.
Τους καλούν να παρουσιαστούν. Πολλοί ακούνε τα ονόματά τους και βγαίνουν. Καμιά 20αριά τους πηγαίνουν στο πρόχειρο στρατοδικείο, πούχει στηθεί στην Ελευθερούπολη στον Παιδικό Σταθμό.
Μετά την πρώτη διαλογή μεταφέρουν του υπόλοιπους στο σημερινό χώρο της εκκλησίας Ζωοδόχου Πηγής.
Οι διαθέσεις του όσο πάνε χειροτερεύουν, διαβάζουν συνέχεια τον κατάλογο με τα ονόματα, κανείς δεν το κουνάει από τη θέση του. Οι τσολιάδες κουβαλάνε συνέχεια πατριώτες.
Κάνει την εμφάνισή του ο Αρχιπροδότης Λάμπου, άγριες οι διαθέσεις του. Φαίνεται καθαρά από το όλο παρουσιαστικό του. Εχει τα χέρια ψηλά και κρατάει την περιβόητη αλυσίδα που βασάνιζε τους πατριώτες για να μαρτυρήσουν. Εγκατέλειπε τα θύματά του, μόνο όταν δεν είχαν πια ψυχή.
Ανεβασμένος σε μια καρέκλα βγάζει λόγο. Δίπλα τα τσανάκια του με καταλόγους:
«Ακούστε ρε σεις. Ηρθα εδώ με τη βοήθεια της Παναγίας. Δεν θέλω να σας κάνω κακό».
Το πρόσωπό του, ο τόνος της φωνής του μαρτυρούν το αντίθετο.
«Θα διαβαστούν εδώ μερικά ονόματα. Αλοίμονό του αν κάποιος ακούσει το όνομά του και δεν βγει».
Βγαίνουν πρώτα μερικοί γερόντοι. Ακολουθούν κι άλλοι, και με μερικούς ακόμα, που φέρανε οι Τσολιάδες, φτιάχνουν την πρώτη ομάδα.
Κανείς δεν φαντάζεται, ότι κάποιο μεγάλο κακό θα συμβεί. Καταλαβαίνουμε ότι πρόκειται για εκτέλεση, όταν ακούμε τη φωνή του Παρθενίου, που λέει: «Μερικοί άνδρες να βγουν για απόσπασμα». Τρέχουν καμιά τριανταριά. Ακούγονται πυροβολισμοί κι ομοβροντίες. Μέσα στις ομοβροντίες των όπλων, πιο ισχυρές, πιο δυνατές οι φωνές των πατριωτών που τα κορμιά τους δεν λένε να πέσουν:
ΖΗΤΩ η Ελευθερία
ΖΗΤΩ η Ελλάδα
Ζήτω το ΕΑΜ – Ζήτω ο ΕΛΑΣ
Ζήτω η ΕΠΟΝ – Ζήτω το ΚΚΕ
Ζήτω και Ζήτω. – Μαρία παιδί μου – Κώστα, Νίκο, μητέρα. Οι αραιοί πυροβολισμοί της χαριστικής βολής. Μια – μια φωνή κι η τελευταία ανάσα του κάθε ήρωα κόβεται.
Με πιο άγριες διαθέσεις εμφανίζεται και πάλι ο Αρχιπροδότης Λάμπου. Κατάκοπος από την κούραση, γιατί κάποιον βασάνιζε και δεν έβγαινε τίποτα. Τον εγκατέλειψε, γιατί νόμιζε ότι πέθανε. Ο βασανισμένος γλύτωσε και ζει.
Φωνάζουν πολλά ονόματα. Κανείς δεν βγαίνει. Με μια κουστωδία περνάει μπροστά μας. Μα πάλι κανείς δεν βγαίνει. Αγριεύει, ουρλιάζει, φωνάζει, χειρονομεί, μα κανείς δεν το κουνάει από τη θέση του.
Φέρνουν τον ήρωα Γιώργο Χρυσαυγή. Φανερά πάνω του τα ίχνη των βασανιστηρίων. Φέρνουν τον Ορφέα Συρμαλόγλου, τους αδελφούς Παρασκευά Γιώργο και Παντελή. Πιστάγκωνα δεμένους. Φέρνουν κι άλλους. Κι έναν τραυματία αντάρτη του ΕΛΑΣ. Τους εκτελούν όλους. Πάλι η ίδια σκηνή. Πάλι οι ίδιες φωνές, οι ίδιες ζητωκραυγές και ο αριθμός 23 είναι γεγονός. Καλογρεζάνοι 20, ένας Σαφραμπολίτης ο Αντάρτης Αναστασίου, που καταγόταν απ’ τα Μεσόγεια και ο Ιταλός Μπελεγρίνο Αντώνιο.
Πολλοί από τους σημερινούς κατοίκους – παιδιά τότε – έβλεπαν την σκηνή των εκτελέσεων, κρυμμένοι πίσω από τα σπίτια και τις παράγκες.
Αφρίζουν από λύσσα οι προδότες και πρώτος απ’ όλους ο Λάμπου. Πηγαινοέρχεται, βρίζει, φωνάζει, ουρλιάζει μα κανείς δεν δείχνει να τον υπολογίζει.
Πάλι διαβάζουν ονόματα, πάλι ακούγονται τα ίδια και τα ίδια, κανείς δεν το κουνάει από τη θέση του. Πάλι μας βγάζει λόγο: «Σηκωθείτε όλοι όρθιοι κι ακούστε» (ανεβασμένος στην καρέκλα). Δίπλα ο Διοικητής της Καλογρέζας Μπουρίκος. «Θα περάσετε όλοι από δω μπροστά μας, κι όσους γνωρίζει ο Διοικητής, θα πάνε απ’ εδώ κι όσους όχι, απ’ εκεί».
Με υψωμένο το κεφάλι περνάνε όλοι μπροστά του. Εκαναν διαλογή. Γέμισαν καμιόνια φορτηγά με 150 πατριώτες, και το καραβάνι παίρνει το δρόμο για το Χαϊδάρι. Πολλούς έστειλαν στα στρατόπεδα της Γερμανίας. Αλλους εκτέλεσαν στο Δομοκό και σε άλλα μέρη της πατρίδας μας. Λίγοι έζησαν. Τρεις με τέσσερις γύρισαν στην Καλογρέζα.
Ωρα 2.20, τυπικά το μπλόκο είχε τελειώσει. Η τρομοκρατία όμως συνεχίζεται.
Οι οικογένειες των θυμάτων κουβαλάνε τους νεκρούς στα σπίτια τους με τη βοήθεια συγγενών και φίλω. Η Οργάνωση έφτιαξε τα φέρετρα και φρόντισε για τη ταφή.
Η εκκλησία όμως αρνείται να τελέσει την νεκρώσιμη ακολουθία.
Το Νεκροταφείο είναι ζωσμένο από εκατοντάδες Τσολιάδες με προτεταμένα τα όπλα. Ετσι, με δυο-τρία λόγια του παπά, θάβονται οι Ηρωες του Μπλόκου…»
(από το «Ιωνιώτες Αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης»)
Οι Εκτελεσμένοι του πρώτου μεγάλου Μπλόκου, τα ονόματα των οποίων αναγράφονται στο μνημείο της Εθνικής Αντίστασης στην Καλογρέζα:
1.Ανδριώτης Ευάγγελος 34 ετών
2.Αργυρόπουλος Δημήτριος 25 ετών
3.Αρτινιάν Νικόλαος 26 ετών
4.Βουτσάς Κωσταντίνος 18 ετών
5.Γεωργίου Κωσταντίνος 18 ετών
6.Καλοειδής Ιωάννης 32 ετών
7.Καμίνης Γεώργιος 28 ετών
8.Κανάκης Μιχαήλ 33 ετών
9.Κοντόπουλος Κωσταντίνος 30
10.Λασκαρίδης Γεώργιος 26 ετών
11.Μαυρίδης Αιμίλιος 27 ετών
12.Μικρόπουλος Παναγιώτης 19 ετών
13.Μινόπουλος Κωσταντίνος 52 ετών
14.Πανταλέων Αναστάσιος 28 ετών
15.Παπαδημητρίου Γεώργιος 26 ετών
16.Παρασκευάς Γεώργιος 26 ετών
17.Παρασκευάς Παντελής 24 ετών
18.Παπούδης Μιχαήλ 60 ετών
19.Σοφιανόπουλος Γεώργιος 17 ετών
20.Συρμαλόγλου Γεώργιος 28 ετών
21.Χρυσαύγης Γεώργιος 27 ετών
22.Πελεγκρίνο Αντώνιο, Ιταλός
Τρεις μέρες μετά, στις 18 Μάρτη 1944, κυκλοφορεί ο παράνομος ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ με κεντρικό τίτλο «ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΓΥΡΕΥΕΙ ΕΚΔΙΚΗΣΗ»
Και με ρεπορτάζ για το πώς έγιναν τα τραγικά γεγονότα, με τίτλο «ΟΙ ΟΡΔΕΣ ΤΟΥ ΛΑΜΠΟΥ ΣΦΑΖΟΥΝ ΕΡΓΑΤΕΣ».
Η κατάσταση που δημιουργήθηκε έπειτα από την επιδρομή και της σφαγή της Καλογρέζας στην περιοχή της Νέας Ιωνίας ήταν άσχημη. Απορφανίστηκαν οι οργανώσεις, μούδιασε ο κόσμος, παρέλυσε η μαζική οργανωμένη δράση, σκόρπισαν οι δυνάμεις. Οι κατακτητές και οι ντόπιοι συνεργάτες τους κατόρθωσαν να φοβίσουν το λαό, τους εργάτες της περιοχής για ένα διάστημα.
Η Κομματική Οργάνωση της Αθήνας πήρε έκτακτα οργανωτικά μέτρα. Αντικατέστησε την γραμματέα της Αχτίδας, την «κατσαρίδα» (Μπαϊράμογλου) με τον Ακροναυπλιώτη Γιώργη Βοντίτσιο (Γούσια), για την ανασυγκρότηση του ΕΛΑΣ τοποθέτησε καπετάνιο τάγματος το δοκιμασμένο στέλεχος (από τα ιδρυτικά του ΕΛΑΣ) Βασίλη Γρατσία (Νικηφόρο) και άλλα στελέχη από την Επιοτροπή Πόλης και την ΕΠΟΝ. Την καθοδήγηση της Κομματικής Αχτίδας ανέλαβε ο Σπύρος Κωτσάκης (Νέστωρας).
Σε δυο μήνες η κατάσταση άλλαξε. Ο λαός και οι αντάρτες, σε όλη την Αθήνα, συνειδητοποίησαν καλά τι σημαίνει να μη δόσεις μάχη, να αιφνιδιαστείς και να ηττηθείς.
Ο Ιούνης βρήκε τη Νέα Ιωνία με ξαναστημένες τις οργανώσεις της, πανέτοιμη, στην πρώτη γραμμή της αντίστασης ενάντια στον κατακτητή και τους δωσίλογους συνεργάτες του.
*imerodromos

Κυριακή 14 Μαρτίου 2021

 Τα τρένα του θανάτου, από τη Θεσσαλονίκη στο Άουσβιτς

Τα ξημερώματα της Δευτέρας 15 Μαρτίου 1943 ξεκίνησε το πρώτο τρένο από τη Θεσσαλονίκη με προορισμό τo ναζιστικό στρατόπεδο φρίκης του Άουσβιτς, στην Πολωνία. Άντρες, γυναίκες και παιδιά, νέοι και μεγαλύτεροι σε ηλικία, στοιβάχτηκαν σε ανοιχτά βαγόνια, που μέχρι τότε μετέφεραν ζώα και εμπορεύματα.
Στο πρώτο δρομολόγιο, επιβιβάσθηκαν από τους Ναζί αναγκαστικά 2.800 Εβραίοι που κατοικούσαν στο συνοικισμό «Βαρόνου Χιρς», ο οποίος βρισκόταν δίπλα στον Παλιό Σιδηροδρομικό Σταθμό. Οι περισσότεροι Εβραίοι αυτής της υποβαθμισμένης γειτονιάς της Θεσσαλονίκης, ήταν φτωχοί, άνεργοι, εργάτες και μικρέμποροι, ενώ πάνω από τους μισούς ήταν παιδιά και έφηβοι.
Στον άδειο πλέον από τους κατοίκους του μετά τις 15 Μαρτίου 1943 συνοικισμό, οδηγήθηκαν τις επόμενες ημέρες πρώτα οι κάτοικοι από τις διπλανές γειτονιές (Μικρού Σταθμού, Αγίας Παρασκευής, Ρεζή Βαρδάρ) για να επιβιβαστούν κι αυτοί στη συνέχεια με τη βία στα τρένα για την Πολωνία. Ακολούθησαν οι Εβραίοι των άλλων συνοικιών της Θεσσαλονίκης.
Μέσα στο επόμενο δίμηνο και μέχρι τα μέσα Μαΐου της ίδιας χρονιάς, είχαν φύγει για το Άουσβιτς άλλα 17 τρένα από τη Θεσσαλονίκη και άλλο ένα αναχώρησε τον Αύγουστο.
Η εξόντωση των Εβραίων της Θεσσαλονίκης
Η συστηματική δίωξη άρχισε το δεύτερο καλοκαίρι της Κατοχής. Στις 11 Ιουλίου 1942, όλοι οι άρρενες Εβραίοι της Θεσσαλονίκης διατάχθηκαν να συγκεντρωθούν στην Πλατεία Ελευθερίας για να καταγραφούν σε καταλόγους εργασίας. Κάτω από τον καυτό καλοκαιρινό ήλιο 10.000 περίπου άντρες αναγκάστηκαν να εκτελούν ταπεινωτικές «γυμναστικές ασκήσεις» μέχρι εξάντλησης.
Λίγο αργότερα, περίπου 7.000 από τους Εβραίους της πόλης στάλθηκαν για καταναγκαστικά έργα. Κατασκευάζοντας σιδηροδρομικές γραμμές, δρόμους και οχυρώσεις για τους Γερμανούς σε άθλιες συνθήκες, πολλοί πέθαναν από ασθένειες και κακομεταχείριση. Το Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου ξεκίνησε από τους Γερμανούς, σε συνεργασία με το Δήμο Θεσσαλονίκης, η καταστροφή του εβραϊκού νεκροταφείου, που αποτέλεσε ισχυρότατο πλήγμα για την ισραηλιτική κοινότητα της πόλης. Αφού το κατέστρεψαν εντελώς, χρησιμοποίησαν τις ταφόπλακες ως οικοδομικά υλικά, με αποτέλεσμα σήμερα να μη σώζεται σχεδόν τίποτα από το νεκροταφείο αυτό του 15ου αιώνα, εκτός από μερικές ταφόπλακες που το έμπειρο μάτι μπορεί σήμερα να αναγνωρίσει στο προαύλιο του Αγίου Δημητρίου, στο χώρο γύρω από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο κ.ά.
Οι οργανωτές της εξόντωσης
Το Φεβρουάριο του 1943, καταφθάνουν στη Θεσσαλονίκη οι λοχαγοί των Ες-Ες, Αλόις Μπρούνερ και Ντήτερ Βισλιτσένι, βοηθοί του διαβόητου Άντολφ Άιχμαν, για να προετοιμάσουν τον συστηματικό εκτοπισμό των Εβραίων της πόλης. Από τις πρώτες κιόλας μέρες της άφιξής τους επιβάλουν σκληρά και απάνθρωπα μέτρα στον Εβραϊκό πληθυσμό, όπως το διακριτικό κίτρινο αστέρι, η απογραφή ατόμων, κατοικιών και καταστημάτων, η απαγόρευση για τους Εβραίους πώλησης ή μεταβίβασης κινητών ή ακινήτων περιουσιακών στοιχείων, η κατάσχεση τηλεφωνικών συσκευών, το πλιάτσικο των έργων τέχνης και των άλλων πολύτιμων αντικειμένων που κατείχαν κ.α..
Μετά από ένα μήνα, τον Μάρτιο, περίπου 6.000 οικογένειες υποχρεώθηκαν να μετοικήσουν στα γκέττο που είχαν ορίσει οι Γερμανοί, κυρίως στις γειτονιές του Βαρώνου Χιρς και των Εξοχών, με την απαγόρευση να κουβαλήσουν οτιδήποτε άλλο εκτός από ελάχιστα ατομικά είδη. Η μέγγενη της τρομοκρατίας άρχισε να σφίγγει γύρω από τους πανικοβλημένους πλέον Εβραίους Θεσσαλονικείς.
Τεράστια ήταν η ευθύνη της ηγεσίας της Εβραϊκής κοινότητας, που κηρύσσοντας την υποταγή στους κατακτητές, απέτρεψαν πολλούς Εβραίους στο να φύγουν από τη Θεσσαλονίκη και να καταφύγουν στο βουνό για να γλυτώσουν, όπως τους προέτρεπαν οι τοπικές οργανώσεις του ΕΑΜ. Σε ρόλο συναυτουργού στην εξόντωση, ο Αρχιραββίνος της Κοινότητας, Ζβι Κόρετς, που παρέδωσε στους Γερμανούς κατάλογο με τα ονόματα όλων των μελών της κοινότητας.
Το Σάββατο, 14 Μαρτίου 1943, όσοι Εβραίοι βρίσκονταν στο γκέτο του Βαρώνου Χίρς, δίπλα στο σιδηροδρομικό σταθμό, συνελήφθησαν και την επόμενη μέρα εκτοπίστηκαν με τρένα στην Πολωνία, στοιβαγμένοι σε υπερπλήρη βαγόνια, με 70 – 75 άτομα το καθένα, χωρίς χώρο για να καθίσουν, με ένα βαρέλι νερό για την διαδρομή και ένα για τις φυσικές τους ανάγκες, για ένα ταξίδι που μπορούσε να διαρκέσει και μια εβδομάδα.
Μέχρι τις 2 Αυγούστου 1943, σε συνολικά 19 σιδηροδρομικές αποστολές, περίπου 56.000 Εβραίοι της Θεσσαλονίκης στάλθηκαν στο στρατόπεδο Άουσβιτς – Μπίρκεναου, το μεγαλύτερο εργοστάσιο εξόντωσης στη χιτλερική Ευρώπη.
Η μαρτυρία του Χάϊνς Κούνιο
Στους επιβάτες αυτού του πρώτου τρένου του θανάτου, μαζί με τα υπόλοιπα μέλη της οικογενείας του, τον πατέρα, τη μητέρα και την αδελφή του, ήταν ο 15χρονος τότε Χάϊνς Κούνιο που αφηγήθηκε:
«Όταν φθάσαμε στο Άουσβιτς, ύστερα από ένα ταξίδι αφάνταστα σκληρό, ξεκίνησε αμέσως η διαλογή για να ξεχωρίσουν εκείνους που ήταν ικανοί να εργαστούν», λέει.
Οι Κούνιο, ήταν από τους ελάχιστους επιβάτες σ’ αυτή τη φουρνιά των μελλοθάνατων, που γνώριζαν γερμανικά, επειδή η μητέρα του καταγόταν από τη γερμανόφωνη Σουδητία της Τσεχοσλοβακίας. Έτσι και γλυτωσαν από τα κρεματόρια.
«Εσείς θα κάνετε τον διερμηνέα», μας είπαν και πιάσαμε αμέσως δουλειά. Παιδιά, ηλικιωμένοι, άρρωστοι, βρέφη μπήκαν σε φορτηγά και έφυγαν κατευθείαν για τα κρεματόρια. Αλλά και οι υγιείς πέρασαν από διαλογή: από τη μια όσοι θα επιζούσαν ως σκλάβοι εργάτες και οι υπόλοιποι στα κρεματόρια».
Από τους 45.000 εβραίους της Θεσσαλονίκης επέστρεψαν οι 1.000. «Εμείς γλιτώσαμε και οι τέσσερις, είμαστε πάρα πολύ σπάνια περίπτωση. Υπέστημεν όλα τα δεινά αλλά επιζήσαμε», κατέληξε ο Χάϊνς Κούνιο, που όταν απελευθερώθηκε, ζύγιζε 33 κιλά.
«Ήμασταν τυχεροί όχι μόνο γιατί μιλούσαμε γερμανικά, αλλά και γιατί φθάσαμε με την πρώτη αποστολή». Στις επόμενες αποστολές συμπληρώθηκε ο αριθμός των διερμηνέων που χρειάζονταν οι ναζί και άλλοι Έλληνες Εβραίοι που γνώριζαν γερμανικά δεν γλίτωσαν.
Η μαρτυρία του Σαμ Προφέτα
Συγκλονιστική, είναι η μαρτυρία του Σαμ Προφέτα*, ενός από τους ελάχιστους επιζήσαντες εκείνου του ταξιδιού των Εβραίων της Θεσσαλονίκης προς το θάνατο:
«Από το Φεβρουάριο του 1943, όλοι οι Εβραίοι υποχρεωθήκαμε να φοράμε κίτρινο άστρο. Και από τις αρχές Μαρτίου μας απαγόρευσαν να βγαίνουμε από τα γκέτο, δηλαδή ορισμένες συνοικίες όπου μας ανάγκασαν να περιοριστούμε. [...] Στο μεταξύ, από τις 15 Μαρτίου 1943, είχαν αρχίσει να φεύγουν οι αποστολές των Εβραίων της Θεσσαλονίκης στην Πολωνία. Φυσικά δεν υποψιαζόμασταν τι μας περίμενε.
[....] Mας στοίβαξαν σε βαγόνι για ζώα, 80 άτομα σε κάθε βαγόνι, μ' ένα βαρέλι για τις σωματικές μας ανάγκες κι ελάχιστα τρόφιμα. H διαδρομή κράτησε οχτώ μέρες. Πολλοί γέροι κι άρρωστοι πέθαναν στο ταξίδι. Φτάσαμε στο Άουσβιτς-Μπιρκενάου.
[...] Mας φόρεσαν κάτι ριγωτές στολές και μας χάραξαν με τατουάζ έναν αριθμό στο αριστερό μας χέρι. Ο δικός μου αριθμός είναι ο "111.383". Mας κράτησαν δέκα μέρες καραντίνα. Ρωτήσαμε τους κάπο, που ήταν Πολωνοί ή Γερμανοί ποινικοί κατάδικοι, πότε θα ανταμώσουμε τους δικούς μας. Αυτοί γελούσαν ειρωνικά, μας έδειχναν τα κρεματόρια με τα ψηλά φουγάρα που έβγαζαν συνέχεια καπνό και μας έλεγαν: "Εκεί είναι οι συγγενείς σας".
[...] Άρχισαν να μας βάζουν σε σκληρές δουλειές. Κουβαλούσαμε βαγόνια με χώματα, σπάγαμε πέτρες, ανοίγαμε δρόμους. Η τροφή ελάχιστη. Έτσι σε μια βδομάδα ήσουν πια έτοιμος για το φούρνο, γιατί συχνά, ιδιαίτερα όταν έφταναν καινούργιες αποστολές, έκαναν διαλογές κι εξόντωναν τους παλιότερους κατάδικους που είχαν εξαντληθεί από τις βαριές δουλειές. Σε μια απ' αυτές τις νέες αποστολές, που έφταναν συνέχεια, είδα μια μάνα να κρατά ένα μωρό στην αγκαλιά και να σέρνει απ' το χέρι ένα άλλο μεγαλύτερο παιδί που ρωτούσε: "Μαμά, πού θα μας πάνε;" Κι εκείνη απάντησε: "Πρώτα θα κάνουμε μπάνιο κι ύστερα θα συναντήσουμε το μπαμπά, τον παππού, τη γιαγιά και τους άλλους".
Το κρεματόριο του Άουσβιτς
[...] Στις 18 Ιανουαρίου του 1945, εκκένωσαν το Άουσβιτς, γιατί πλησίαζαν οι Ρώσοι. Μας πήγαν πεζοπορία δυο μέρες ως το Γκλάιβιτς, εκτελώντας όποιον δεν μπορούσε να περπατήσει. Aπο κει μας φόρτωσαν σε βαγόνια, με 25 κάτω από το μηδέν, και μας μοίρασαν σε διάφορα στρατόπεδα. Εγώ απελευθερώθηκα από τα αμερικανικά στρατεύματα στο Γκουζεντσβάι της Αυστρίας, όπου υπήρχε παράρτημα του στρατοπέδου Μαουτχάουζεν. Εγώ είχα φτάσει στα όρια της εξάντλησης.
[...] Όταν ήρθαν οι Αμερικάνοι και μάζευαν τα πτώματα, με πέρασαν κι εμένα για πεθαμένο. Είδαν όμως ότι οι σφυγμοί μου χτυπούσαν ακόμη και κατάλαβαν πως ζω. Είδα τότε τους φίλους να στέκονται πάνω μου και να μου φωνάζουν: "Ξύπνα, Σάμη! Λευτερωθήκαμε! Μη μας αφήνεις τελευταία ώρα!" Κρατούσαν μια ελληνική σημαία που έφτιαξαν με κουρέλια που μάζεψαν από εδώ κι από εκεί και τραγουδούσαν τον εθνικό μας ύμνο: "χαίρε, ω, χαίρε Ελευτεριά". Ήμουν, όπως μου είπαν αργότερα, 28 κιλά. Oι Αμερικανοί με περιποιήθηκαν καλά επί τρεις μήνες, με ορούς και αποστειρωμένο αίμα. Όταν συνήλθα και στάθηκα στα πόδια μου, μ' έστειλαν στη Γαλλία, όπου έγινα τελείως καλά, και ύστερα γύρισα στην αγαπημένη μου Ελλάδα, φιλώντας το χώμα της και κλαίγοντας από χαρά».
*του Σπύρου Κουζινόπουλου
*Σαμ Προφέτα, «Θεσσαλονίκη-Άουσβιτς», περ. Το Δέντρο, τευχ. 37-38, Μάρτιος-Απρίλιος 1988, στο: Φραγκ. Αμπατζοπούλου, Το Ολοκαύτωμα στις μαρτυρίες των Ελλήνων Εβραίων, Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής, 1993, σ. 142-146