Η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου.
Στις 30 Σεπτεμβρίου 1942, 12 Βρετανοί σαμποτέρ έπεσαν με αλεξίπτωτο κοντά στις Καρούτες Δωρίδας. Ήταν μέλη της αποστολής με το κωδικό όνομα «Harling». Επικεφαλής τους ο συνταγματάρχης Eddie Myers και υπαρχηγός ο «κατ’ απονομή» ταγματάρχης Chris Woodhouse. Τα υπόλοιπα μέλη ήταν οι: John Cook, Ταγματάρχης, Tom Barnes και Arthur Edmonds, Νεοζηλανδοί, Έφεδροι Λοχαγοί Μηχανικού, ειδικοί σε ανατινάξεις μεγάλων κατασκευών. Οι Άγγλοι Denys Hamson και Nat Barker, Έφεδροι Λοχαγοί Καταδρομών, ο επίσης Άγγλος, ινδικής καταγωγής Λοχαγός Μηχανικού Inder Gill και οι ασυρματιστές, λοχίες L. Wilmot, D. Philipps και M. Chittis. Τέλος, στην ομάδα Harling, μετείχε κι ένας Έλληνας. Ο Θεμιστοκλής (Θέμης) Μαρτίνος, Έφεδρος Αξιωματικός Πυροβολικού και Αλεξιπτωτιστής, στον οποίο αργότερα απονεμήθηκε τιμητικά ο βαθμός του Βρετανού Λοχαγού, αρχικά και Ταγματάρχη στη συνέχεια.
Με τη βοήθεια του αυτόνομου δικτύου Προμηθέας ΙΙ, το οποίο είχε οργανωθεί στην κατεχόμενη Αθήνα από Έλληνες αξιωματικούς και είχε επαφή με Βρετανούς κατασκόπους, οι Βρετανοί είχαν ήδη επεξεργαστεί συγκεκριμένα σχέδια: την πραγματοποίηση σοβαρής δολιοφθοράς στο σιδηροδρομικό άξονα Θεσσαλονίκης – Αθήνας ώστε να αποκοπεί η ασφαλέστερη και συντομότερη αρτηρία ανεφοδιασμού των δυνάμεων του στρατάρχη Rommel στη Βόρεια Αφρική. Άμεσους στόχους αποτελούσαν τρεις ευαίσθητες σιδηροδρομικές γέφυρες στην περιοχή της Στερεάς : η Παπαδιά, ο Ασωπός και ο Γοργοπόταμος. Για στρατιωτικούς λόγους επιλέχθηκε η γέφυρα του Γοργοποτάμου κοντά στη Λαμία. Η γέφυρα φυλασσόταν από σημαντική Ιταλική φρουρά, η εξουδετέρωση της οποίας απαιτούσε τη συνδρομή όσο το δυνατόν περισσότερων ανταρτών. Ως εκ τούτου, οι Βρετανοί απευθύνθηκαν για συνεργασία αρχικά στον ΕΔΕΣ και μόλις διαπίστωσαν ότι η επιχείρηση δεν μπορούσε να πραγματοποιηθεί μόνο με τις δυνάμεις του Ζέρβα, πλησίασαν τον ΕΛΑΣ, ο οποίος από το Φθινόπωρο του 1942 είχε αρχίσει να καθιερώνεται ως σημαντικός στρατιωτικός παράγοντας στην περιοχή της Ρούμελης. Στις 14 Νοεμβρίου του 1942 οι εκπρόσωποι των τριών παραγόντων συναντήθηκαν για πρώτη φορά στη Βίνιανη της Ευρυτανίας.
Για τις αντάρτικες οργανώσεις η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου αποτελούσε σοβαρή πρόκληση. Παρά τους κινδύνους, ιδιαίτερα όσον αφορά στην επιβολή αντιποίνων στον πληθυσμό της περιοχής, οι δισταγμοί ξεπεράστηκαν γρήγορα.
Με τη βοήθεια του αυτόνομου δικτύου Προμηθέας ΙΙ, το οποίο είχε οργανωθεί στην κατεχόμενη Αθήνα από Έλληνες αξιωματικούς και είχε επαφή με Βρετανούς κατασκόπους, οι Βρετανοί είχαν ήδη επεξεργαστεί συγκεκριμένα σχέδια: την πραγματοποίηση σοβαρής δολιοφθοράς στο σιδηροδρομικό άξονα Θεσσαλονίκης – Αθήνας ώστε να αποκοπεί η ασφαλέστερη και συντομότερη αρτηρία ανεφοδιασμού των δυνάμεων του στρατάρχη Rommel στη Βόρεια Αφρική. Άμεσους στόχους αποτελούσαν τρεις ευαίσθητες σιδηροδρομικές γέφυρες στην περιοχή της Στερεάς : η Παπαδιά, ο Ασωπός και ο Γοργοπόταμος. Για στρατιωτικούς λόγους επιλέχθηκε η γέφυρα του Γοργοποτάμου κοντά στη Λαμία. Η γέφυρα φυλασσόταν από σημαντική Ιταλική φρουρά, η εξουδετέρωση της οποίας απαιτούσε τη συνδρομή όσο το δυνατόν περισσότερων ανταρτών. Ως εκ τούτου, οι Βρετανοί απευθύνθηκαν για συνεργασία αρχικά στον ΕΔΕΣ και μόλις διαπίστωσαν ότι η επιχείρηση δεν μπορούσε να πραγματοποιηθεί μόνο με τις δυνάμεις του Ζέρβα, πλησίασαν τον ΕΛΑΣ, ο οποίος από το Φθινόπωρο του 1942 είχε αρχίσει να καθιερώνεται ως σημαντικός στρατιωτικός παράγοντας στην περιοχή της Ρούμελης. Στις 14 Νοεμβρίου του 1942 οι εκπρόσωποι των τριών παραγόντων συναντήθηκαν για πρώτη φορά στη Βίνιανη της Ευρυτανίας.
Για τις αντάρτικες οργανώσεις η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου αποτελούσε σοβαρή πρόκληση. Παρά τους κινδύνους, ιδιαίτερα όσον αφορά στην επιβολή αντιποίνων στον πληθυσμό της περιοχής, οι δισταγμοί ξεπεράστηκαν γρήγορα.
Το σχέδιο της ανατίναξης της γέφυρας επεξεργάστηκε ο αρχηγός των Βρετανών Eddie Myers. Επικεφαλής της ομάδας των Βρετανών σαμποτέρ ορίστηκε ο Νεοζηλανδός Tom Barnes, κορυφαίος στο είδος του. [Μετά την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου παρέμεινε στην κατεχόμενη Ελλάδα ως μέλος της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής. Έλαβε ενεργό μέρος στην επιχείρηση "ANIMALS" για τη διενέργεια αντιπερισπασμού από τις αντάρτικες δυνάμεις ως προς τη τοποθεσία της συμμαχικής απόβασης στη Μεσόγειο]. Το σχέδιο της επίθεσης για την κατάληψη της γέφυρας συζητήθηκε ανάμεσα στον Άρη, το Ζέρβα και τους Βρετανούς. Οι απόψεις για την πατρότητα του σχεδίου διίστανται, το πιο πιθανό είναι, ωστόσο, ότι στην τελική του μορφή διατυπώθηκε από τον αρχηγό του ΕΛΑΣ με τη Διαταγή Επιχείρησης που ο ίδιος υπαγόρευσε στον Κωστούλα Αγραφιώτη (Κώστα Καβρέτζο) λίγες ώρες πριν εκδηλωθεί η επίθεση.
Κύριος σκοπός της επιχείρησης: η καταστροφή της γέφυρας του Γοργοποτάμου.Ύστερα από κατόπτευση του χώρου είχαν επισημανθεί τα εξής: στο νότιο βάθρο της γέφυρας υπήρχε πλήρης αμυντική οργάνωση με συρματοπλέγματα, χαρακώματα και πολυβολεία από μπετόν και δύναμη 80 Ιταλών. Στο βόρειο βάθρο υπήρχε δύναμη 30 ανδρών, αμυντικά έργα σε αρχικό στάδιο και αντίσκηνα. Σε λόφο ανατολικά του βορείου βάθρου ήταν στημένα δύο δίκανα αντιαεροπορικά που μπορούσαν να βάλουν και επίγειους στόχους. Φρουρές ήταν εγκατεστημένες σε όλο το μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής μέχρι τον Μπράλο και επιπρόσθετα μία φρουρά στη Λαμία.
Τα τμήματα που θα διενεργούσαν την επιχείρηση αποτελούσαν 150 άνδρες του ΕΛΑΣ, 60 άνδρες ΕΔΕΣ και 12 Βρετανοί σαμποτέρ. Ο Κωστούλας με τμήμα του ΕΛΑΣ αποτελούμενο από 4 ομάδες θα επιτίθετο στο νότιο βάθρο. Τμήμα ΕΔΕΣ με 45 άνδρες με τους ανθυπολοχαγούς Παπαχρήστου και Πετροπουλάκη στο βόρειο βάθρο. Δύο ομάδες του ΕΛΑΣ 15 ανδρών και 1 σαμποτέρ θα έπιαναν θέσεις βόρεια και νότια της γραμμής για υπονόμευση της γραμμής και παρεμπόδιση των ενισχύσεων. Αρχηγός της μίας ομάδας τέθηκε ο Διαμαντής (Γιάννης Αλεξάνδρου) και της άλλης ο Ηρακλής (Κώστας Σκαρμούτσος). Μια ακόμη ομάδα 15 ΕΛΑΣιτών με αρχηγό το Χρυσιώτη ανέλαβε να καταστρέψει με βενζίνη την ξύλινη οδική γέφυρα του Σπερχειού ποταμού για την περίπτωση που θα έκαναν την εμφάνισή τους από 'κει εχθρικές ενισχύσεις. Τμήμα σαμποτέρ με βοήθεια 8 ανδρών ΕΛΑΣ και 4 ανδρών ΕΔΕΣ ανέλαβε την ανατίναξη της γέφυρας. Τμήμα 30 ανδρών ΕΛΑΣ υπό την διοίκηση του Ανθυπίλαρχου Νικηφόρου ορίστηκε γενική εφεδρεία διοίκησης. Διοικητής τμημάτων επίθεσης οριζόταν ο λοχαγός πυροβολικού Μυριδάκης και γενικός αρχηγός ο αρχηγός του ΕΔΕΣ, στρατηγός Ναπολέων Ζέρβας.
Έναρξη της επιχείρησης ορίστηκε η 11η βραδυνή. Προβλεπόταν μόνο 15 λεπτά για την εξουδετέρωση της φρουράς. Θα ακολουθούσαν οι ανατινάξεις, 4 τον αριθμό.
Ορίστηκαν επιπρόσθετα σήματα και αναγνωρίσεις με φωτοβολίδες διαφόρων χρωμάτων για τις καταλήψεις των βάθρων και την ολοκλήρωση της υπονόμευσης της γέφυρας. Οι τοποθεσίες Πλακωτό, Χοντρογιάννη Πριόνια και Μαυρολιθάρι καθορίστηκαν ως σημεία συγκέντρωσης κατά την αποχώρηση:
Λίγη ώρα μετά την ανακοίνωση του σχεδίου οι ομάδες ξεκίνησαν να κατηφορίζουν από τα κονάκια του Σταθά όπου είχαν συγκεντρωθεί. Παρά τις δυσκολίες κατά τη μεταφορά των εκρηκτικών όλοι έφτασαν έγκαιρα στα καθορισμένα σημεία την προβλεπόμενη ώρα. Το αρχηγείο στήθηκε σ’ ένα λόφο αντίκρυ από τη γέφυρα και οι ομάδες σκόρπισαν για να αναλάβουν τις αποστολές τους.
Στις 23:05 από το νότιο βάθρο ξεκίνησαν οι ριπές και ο χαλασμός. Η ομάδα του Κωστούλα είχε αρχίσει την επίθεση με χειροβομβίδες και πολυβόλα. Μαζί τους ήταν και οι Νικηταράς, Κεραυνός, Καραλίβανος, Φυσέκης, Θεοχάρης με τις ομάδες τους. Στιγμές αργότερα ακούστηκαν και οι πρώτες ριπές από τους άνδρες του ΕΔΕΣ στο βόρειο βάθρο.
Στις 23:23 πετάχτηκε στο αέρα η πράσινη φωτοβολίδα που σήμαινε την κατάληψη του νοτίου βάθρου. Η μάχη όμως στο βόρειο βάθρο συνεχιζόταν και η ώρα περνούσε χωρίς να ξεκαθαρίσει η κατάσταση.
Τελικά στις 23:41 δόθηκε εντολή να επέμβει η εφεδρεία. Η γενική εφεδρεία της διοίκησης αποτελούνταν από μία ομάδα 30 ανδρών του ΕΛΑΣ υπό τον ανθυπίλαρχο Νικηφόρο. Η εντολή που έλαβαν ήταν να ξεκαθαρίσουν την κατάσταση μέσα σε 20 λεπτά. Αμέσως οι άνδρες ξεχύθηκαν στην πλαγιά για να πιάσουν θέσεις πάνω από την γέφυρα. «Αέραα! Αέραα!», φώναζαν όλοι μαζί και παράλληλα οι ριπές συνέχιζαν. Κάτω από τον βράχο, πιο χαμηλά βρισκόταν ο αντάρτης του ΕΛΑΣ Φίλιππος με εντολή του Νικηφόρου. Σε συνεννόηση άρχισαν σιγά σιγά να σπρώχνουν κάποιους από τους Ιταλούς σε οπισθοχώρηση προς τον μικρό σταθμό δίπλα στη γέφυρα, ενώ άλλοι σκόρπισαν στον κάμπο. Ο Νικηφόρος κοίταξε προς την Λαμία και αντιλήφθηκε πως δεν έχουν πολύ χρόνο, καθώς έβλεπε τα φώτα από τα οχήματα με τις Ιταλικές ενισχύσεις να κατευθύνονται στο Λιανοκλάδι. Τις σκέψεις του διέκοψαν τα σφυρίγματα της σφυρίχτρας. Ακούονταν από παντού ιαχές:
«Ωωωω! Φυλαχτεί-τεεε! Βάρδα! Φουρνέλοοοο!» φώναζε ενας από αντίκρυ και γελούσανε ενθουσιασμένοι. «Φυλαχτείτε: Φυλαχτείτε!» φωνάξαμε κι εμείς και στρωθήκαμε ορμητικά μέσα στα βράχια κι εκείνη τη στιγμή, μια φοβερή λαμπάδα μας έγλυψε αστραπιαία κι εμάς κι όλη την πλαγιά κι ένας τρομαχτικός κεραυνός έσκισε γη κι ουρανό, μας ταρακούνησε βίαια, έγινε ένα θεόρατο μπουμπόυνιασμα, βρουχιόνταν όλα τα φαράγγια, κυλούσε ο χαλασμός παντού. Γκρέμισμα όμως, κανένα, δεν ακούστηκε, τίποτε».
Αμέσως ακούστηκε ξανά η σφυρίχτρα, μακρόσυρτα, για την δεύτερη υπονόμευση. Όλοι ηρέμησαν λίγο και όσο διαρκούσε η υπονόμευση αστειεύονταν από το ένα βάθρο στο άλλο. Η κατάσταση σοβάρεψε έπειτα από μερικά λεπτά ξαφνικά όταν ο Νικηφόρος αντιλήφθηκε το τρένο με τις εχθρικές ενισχύσεις να πλησιάζει. Δεν έπρεπε να περάσει. Πλησίαζε, αλλά ένα χιλιόμετρο από την γέφυρα ακούστηκε η έκρηξη από τον δυναμίτη που είχαν βάλει στην γραμμή και του έκοψε την πορεία, όμως για λίγο. Ακολούθησε σύντομη σφοδρή μάχη με πυροβολισμούς, φωνές και χειροβομβίδες. Οι Ιταλοί πηδούσαν από όπου έβρισκαν, πόρτες και παράθυρα. Το τρένο ξεκίνησε πάλι και οι αντάρτες του Νικηφόρου βάλθηκαν να του ρίχνουν με λύσσα για να μην προσεγγίσει τη γέφυρα. Όλος αυτός ο χαλασμός διακόπηκε από την σφυρίχτρα που ειδοποιούσε για την επικείμενη έκρηξη.
Περιγράφει γλαφυρά ο Νικηφόρος:
«Άρχιζαν ν’ αλαλάζουν παντού φωνές ανταρτών, χαρουμενες στεντόριες ιαχές. Και σε λίγο κλώτσησε μια τέτοια αναλαμπή μέσα στα μάτια μας κι έγινε ένας τέτοιος δαιμονικός χαλασμός, σα να χοροπήδησε πολλές φορές το βουνό στη θέση του, σα να βγήκε από τα έγκατα της γης ένας τερατώδης βρυχηθμός και το φαράγγι ναχε γίνει γιγάντιες μασέλες συστραμμένες από ένα κατοχθόνιο θεριό. Ακούστηκε μεμιας και δεύτερος χαλασμός, βροχή τα σίδερα και τα λιθάρια που σωριάζονταν. Κάμαμε να ανασηκωθούμε, αλλά φτάνανε απάνω μας κομμάτια σίδερα σφυρίζοντας, μπήγονταν στο χώμα γύρω μας με κούφια φονική ορμή. «Φυλαχτείτε, φυλαχτείτεεεε! Ακούγονταν ανάστατες φωνές. Έπαψε η βροχή αυτή κι ανασηκωθήκαμε. Ο άγριος όμως χαλασμός εξακολουθούσε. Όλα τα φαράγγια μούγκριζαν. Κι ορμούσανε από παντού οι βρυχηθμοί, σμίγανε μέσα στον κάμπο σέ ένα εφιαλτικό ανακύλησμα, τυπούσαν στην αντικρυνή βουνοσειρά της Λαμίας, ερχότανε πάλι πίσω, αναρόχαζε η δική μας πλαγιά και τους ξανάστελνε, σαρωνόταν έτσι όλη η κοιλάδα ο Σπερχειός, μια προς τα δω μια προς τα κει, σαν να αλώνιζε τρελά τον τόπο ένας παραφρονημένος Εγκέλαδος. Εξακολουθούσε ώρα πολλή συνέχεια το άγριο εκείνο μεγαλείο, ξεθυμαίνοντας αρά, δόσεις- δόσεις ψηλά προς τις κορφές των βουνών και προς το άνοιγμα της θάλασσας της Εύβοιας και χωνε΄θοντας λίγο –λίγο μέσα στο βαρύ χώμα του κάμπου. Μέναμε περίδεοι και εκμηδενισμένοι. Και οι Ιταλοί το ίδιο. Μόνο η μηχανή ξεφύσαινε αργά και κύλαγε σα ναταν ένα παράλογο υπόλειμμα από κίνηση μέσα σε κείνη τη σντέλεια, σάμπως μια σανατανική δύναμη να την έσπρωχνε στη συντριμμένη γέφυρα. Και τότε πάτ, πατ αυλάκωσαν το σκοτάδι οι δύο κόκκινες φωτοβολίδες μέσα από το βάθος του ποταμιού κι αναπηδήσαμε έκθαμβοι, ότι είχαμε τελειώσει. Καινούργιοι θριαμβευτικοί αλαλαγμοί από παντού οι αντάρτες. Πεταχτήκαμε όρθιοι κι εμείς κι ακράτητοι σκαρφαλώσαμε στην κορφή στο βράχο. Μπήξαμε τις φωνές, ότι, πάει, είχε ξοφλήσει, η γέφυρα».
Το ρολόι του Νικηφόρου έγραφε 3 και 20. Η επιχείρηση είχε κρατήσει τέσσερις ώρες και είκοσι σχεδόν λεπτά. Η σάλπιγγα της αποχώρησης σήμανε. Ο Νικηφόρος μέτρησε τους άνδρες του. Τους βρήκε εντάξει και ξεκίνησε η αποχώρηση για το καθορισμένο σημείο. Συνολικά οι απώλειες των ανταρτών στην επιχείρηση ήταν δύο τραυματίες. Αδιευκρίνηστες είναι οι απώλειες του εχθρού.
Μετά το πέρας της επιχείρησης όλοι οι συμμετέχοντες κατέφυγαν στο Μαυρολιθάρι. Εκεί ο Μάγερς, ο Ζέρβας και ο Άρης συνέταξαν και υπέγραψαν κοινό ανακοινωθέν και ο Μάγερς διαβίβασε με ασύρματο τα νέα στο Συμμαχικό Στρατηγείο στο Κάιρο. Όλοι περίμεναν να μάθουν τον αντίκτυπο της ανατίναξης.
Γράφει σχετικά ο Γιώργος Χουλιάρας, μετέπειτα καπετάν - Περικλής του ΕΛΑΣ:
«Το άλλο βράδυ, εμείς μαζεμένοι γύρω από το ραδιόφωνο ακούσαμε το σταθμό του Λονδίνου να λέει τα νέα για την επιτυχία μας, αυτά που είχε διαβιβάσει ο Μάγιερς στο Κάιρο, ότι δηλαδή δυνάμεις ελλήνων ανταρτών υπό τον στρατηγό Ζέρβα ανατίναξαν τη γέφυρα του Γοργοποτάμου, και δώστου συνέχεια επαίνους παρακάτω για τον Ζέρβα και τους αντάρτες του, ενώ για τον Άρη και για μας τους άλλους τίποτα, λες και δεν ήμασταν εκεί. Σε δυο-τρεις μέρες και οι ελεγχόμενες από τους κατακτητές αθηναϊκές εφημερίδες που έπεσαν στα χέρια μας στις πρώτες τους σελίδες απ’ τη μέση και κάτω είχαν τη φωτογραφία του Ζέρβα, κι από τη μέση κι απάνω απ’ άκρη σ’ άκρη στις σελίδες τους με μεγάλα κεφαλαία χοντρά γράμματα έγραφαν: Επικηρύσσεται αντί 100 εκατομμυρίων δραχμών ο αρχιλήσταρχος πρώην στρατηγός του διαλυθέντος ελληνικού στρατού Ναπολέων Ζέρβας».
Η άνιση μοιρασιά της δόξας προκάλεσε προβληματισμό στους αντάρτες του ΕΛΑΣ σχετικά με τους σκοπούς της αγγλικής πολιτικής στην Ελλάδα και σε ότι διαφαινόταν ως μονομερή ενίσχυση του Ζέρβα.
Στην κατεχόμενη Λαμία και τη γύρω περιοχή τα νέα της ανατίναξης ταξίδεψαν γρήγορα. Όπως και το όνομα του «δράστη»:
«Τα χωριά έμαθαν τι είχε συμβεί στο Γοργοπόταμο. Και η Λαμία από το πρωί είχε ξεχυθεί στους δρόμους για να μάθει. Οι σιδηροδρομικοί ήταν οι καλύτεροι αγγελιαφόροι. […] Όλοι έδιναν τις πληροφορίες που τους ζητούσε ο κόσμος. Εκείνη την μέρα η Λαμία πανηγύρισε διπλά: Για την επιτυχία των ανταρτών και γιατί έμαθε ότι τους αντάρτες τους διοικούσε ένα δικό της παιδί, ο Θανάσης Κλάρας, ο Άρης Βελουχιώτης. Τιμή και περηφάνεια στη Λαμία, που γέννησε κι ανάθρεψε ένα τέτοιο παληκάρι. Οι Λαμιώτες καμάρωναν, με το δίκιο τους. Οι νέοι είχαν ανάψει. Μόνο σε μερικά, σ’ ελάχιστα σπίτια της Λαμίας, κάθε ντουφεκιά, κάθε έκρηξη, κάθε λάμψη που ερχόταν από τον Γοργοπόταμο ήταν και μια μαχαιριά. Σ’ αυτά τα σπίτια κατοικούσαν εκείνοι που ήταν δοσμένοι στην υπηρεσία του καταχτητή. Άκουγαν τους κεραυνούς της μάχης σα φοβερά, προειδοποιητικά μηνύματα. Και οι Ιταλοί ετοίμαζαν την άνανδρη εκδίκηση τους.Τα αντίποινα»
Εδώ που βρισκόμαστε είναι το μνημείο που στήθηκε το 1973 εις ανάμνηση των 12 εκτελεσμένων Υπαταίων πατριωτών από τις Ιταλικές Δυνάμεις Κατοχής. Η ιταλική αντίδραση στο χτύπημα όσων μέχρι τότε θεωρούσε απλά «ληστές» των βουνών ήταν άμεση και βίαιη. Με την βοήθεια ντόπιων συνεργατών οι Ιταλοί συνέλαβαν ΕΑΜίτες ή υπόπτους για συμμετοχή στο ΕΑΜ, σε Υπάτη και Λαμία και τους οδήγησαν στις φυλακές. Από αυτούς ξεδιάλεξαν 22 για να πληρώσουν το τίμημα. Η πρώτη εκτέλεση συνέβη την 1Η Δεκεμβρίου 1942 έξι μέρες μετά την ανατίναξη στα γκρεμισμένα βάθρα της γέφυρας με θύματα 12 Υπαταίους. Δέκα μέρες αργότερα έγινε και δεύτερη εκτέλεση 10 πατριωτών στα Καστέλια Παρνασσίδας, ανεβάζοντας τον αριθμό των εκτελεσμένων ως αντίποινα στους 22.
Ανάμεσά στους εκτελεσμένους Υπαταίους ήταν και ο Ταγματάρχης Αθανάσιος Παπακυριαζής που με τα αγγλικά και τα λίγα ιταλικά που γνώριζε βροντοφώναξε μπροστά στο απόσπασμα ‘’Δεν είστε Ευρωπαίοι εσείς, εσείς είστε κτήνη. Εμάς μας εκτελείτε άοπλους σήμερα, αλλά το αίμα μας θα το εκδικηθούν οι πατριώτες μας. Ζήτω η Ελλάς! Ζήτω η Ελευθερία!’’. Οι εκτελεσμένοι Υπαταίοι θάφτηκαν σε κοινό τάφο από τους συγχωριανούς τους.
Με ρίζες στη φυλετική ναζιστική ιδεολογία, την ακραία εκδοχή της αποικιοκρατικής λογικής, που θεωρούσε υπανθρώπους και άρα αναλώσιμους τους μη Γερμανούς και εκπορευομενα από την εξυπηρέτηση με κάθε κόστος των στρατιωτικών αναγκαιοτήτων του Άξονα τα αντίποινα στόχευαν στην εξουδετέρωση της Αντίστασης. Οι κατακτητές γνώριζαν καλά ότι δεν νοείται ένοπλο αντάρτικο χωρίς τη στήριξη του τοπικού πληθυσμού. Ο λαός είναι αυτός που προσφέρει στην Αντίσταση το έμψυχο δυναμικό της, υλική βοήθεια και ζωτικές πληροφορίες.
Η ναζιστική λογική ήταν απλή: αν ο λαός τρομοκρατούνταν τότε θα σταματούσε να βοηθά τους αντάρτες και θα ήταν εύκολη η εξόντωσή τους. Και χωρίς αντάρτικο δεν θα υπήρχε κανένα εμπόδιο στην εφαρμογή των οικονομικών και πολιτικών σχεδιασμών της Νέας Ευρώπης. Χωρίς αντίσταση των λαών οι κατακτητές μπορούσαν να εφαρμόσουν απρόσκοπτα κάθε μέτρο, ακόμα και το πιο αποτρόπαιο, ενάντια στους πολλούς και να καταστείλει τη θέλησή τους.
Πάνω από 1.100 καμένα χωριά και χιλιάδες εκτελεσμένοι σε εκατοντάδες ολοκαυτώματα στην Ελλάδα και σε ολόκληρη την κατεχόμενη Ευρώπη στέκουν αδιάψευστοι μάρτυρες της φασιστικής και ναζιστικής θηριωδίας.
Οι πρώτες πρωτοβουλίες για τον εορτασμό της επετείου της ανατίναξης της γέφυρας του Γοργοποτάμου ανελήφθησαν από πρώην αντιστασιακούς στη δεκαετία του 1960. Η πρώτη απόπειρα έγινε το 1962, με περίπου 500 άτομα, και η δεύτερη το 1963 με 5.000 άτομα, περίπου, από όλη τη χώρα. Το 1964, επί κυβερνήσεως Γεωργίου Παπανδρέου, για πρώτη φορά ο εορτασμός έλαβε επίσημο χαρακτήρα. Στις 29 Νοεμβρίου 1964 πάνω από 20.000 άτομα κατέκλυσαν το χώρο κάτω από τη γέφυρα και τις γύρω πλαγιές. Ανάμεσά τους τα σωματεία της ΕΑΜικής Αντίστασης, οργανωμένες δυνάμεις της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς και της «Νεολαίας Λαμπράκη». Ως εκπρόσωπος του ΕΛΑΣ παρίστατο ο στρατηγός Αυγερόπουλος και ως εκπρόσωπος αγωνιστών του ΕΔΕΣ ο στρατηγός Κοσίντας. Την κυβέρνηση εκπροσωπούσε ο υφυπουργός Αμυνας Μιχ. Παπακωνσταντίνου.
Κατά τη διάρκεια των εκδηλώσεων δημιουργήθηκαν εντάσεις λόγω των διαμαρτυριών των αντιστασιακών καθώς δεν είχε προβλεφτεί για αυτούς επίσημη παράσταση και κατάθεση στεφάνων. Για να μην οξυνθούν περαιτέρω τα πνεύματα, αποφασίστηκε η σύντμηση του χρόνου της εκδήλωσης και η περικοπή του προγράμματος.
Γύρω στη 1.30 το μεσημέρι και ενώ οι επίσημοι είχαν αρχίσει να αποχωρούν ακούστηκε ένας εκκωφαντικός ήχος έκρηξης και μια δέσμη καπνού και σκόνης υψώθηκε. Σε απόσταση 90-100 μέτρων από το σημείο του εορτασμού και λίγα μέτρα πιο μακριά από το μονοπάτι που συνέδεε το χωριό του Γοργοποτάμου με την ομώνυμη γέφυρα κάποιος είχε πατήσει μια νάρκη -κατά προσωπικού, όπως λέγεται- που ανασηκώθηκε ένα μέτρο περίπου από το έδαφος, έσκασε και σκόρπησε γύρω της τον θάνατο. Ο ακούσιος θύτης και θύμα ήταν ο πρώην αντάρτης του ΕΛΑΣ Χρήστος Κεστίνης, από το Αιγίνιο Πιερίας, ο οποίος είχε κυριολεκτικά διαμελισθεί. Τα θύματά της νάρκης υπήρξαν πολλά. Επτά οι νεκροί επί τόπου, εκ των οποίων 2-3 διαμελισμένοι, έξι υπέκυψαν αργότερα στο νοσοκομείο της Λαμίας, και 51 οι τραυματίες! Τραγική ειρωνεία ότι μεταξύ των επί τόπου νεκρών και η αδελφή του καπετάν Νικηφόρου, Ασημούλα, γυναίκα του αντιστασιακού δικηγόρου Χρήστου Ραχιώτη, ο οποίος βρισκόταν με τον μικρό τους γιο λίγο πιο πέρα.
Τα ονόματα των 13 συνολικά νεκρών χαράχθηκαν σε αυτό το μνημείο που τοποθετήθηκε στο χώρο της έκρηξης
Oι δράστες αποσκοπούσαν στη δημιουργία κατάστασης «εκτάκτου ανάγκης» μέσω της δημιουργίας εκτεταμένων επεισοδίων μεταξύ των εορταστών και της Χωροφυλακής ώστε να δοθεί το πρόσχημα για την επιβολή στρατιωτικού νόμου για την αντιμετώπιση της δήθεν «κομμουνιστικής ανταρσίας». Σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή, της Αστυνομίας και της κυβέρνησης, η φονική νάρκη είχε ξεχαστεί εκεί από τον Εμφύλιο παρόλου που είχαν ήδη πραγματοποιηθεί τρεις εκκαθαρίσεις του ναρκοπεδίου της περιοχής (1951,1955,1957). Παρά το σάλο που προκάλεσε, η υπόθεση έκλεισε σύντομα ως τυχαίο συμβάν.
Aντίθετα, τον Mάιο 1965, 18 άτομα που βρίσκονταν στις 29 Nοεμβρίου στο χώρο του Γοργοποτάμου δικάστηκαν με ποικίλες κατηγορίες (στάση, αντιποίηση και περιύβρυση αρχής,επικίνδυνες σωματικές βλάβες κ.α.) για όσα συνέβησαν στην εκδήλωση. Aπό αυτούς οι 12 καταδικάστηκαν σε ποικίλες ποινές και οι 6 αθωώθηκαν. H «Δίκη του Γοργοποτάμου» ή «Δίκη της Λαμίας» αποτέλεσε και την τυπική λήξη της υπόθεσης.
Tην κυβερνητική θεωρία περί πλημμελώς εκκαθαρισμένου ναρκοπεδίου κλόνισαν νεότερα στοιχεία τα οποία τεκμηριώνουν ότι την αιματοχυσία στο Γοργοπόταμο οργάνωσαν πράκτορες της Αμερικανικής Υπηρεσίας Πληροφοριών - CIA που είχαν έρθει για το σκοπό αυτό από τη Δυτική Γερμανία. Έγγραφο του στρατιωτικού ακολούθου της αμερικανικής πρεσβείας που δημοσίευσε στις 5 Αυγούστου 1965, η εφημερίδα “Έθνος” μεταξύ άλλων, ανέφερε:
«Αναμφιβόλως η επιχείρησις θα ήτο πολύ περισσότερον αποτελεσματική, εάν οι φίλοι μας εξεμεταλλεύοντο καταλλήλως την κατάστασιν η οποία εδημιουργήθη εις την χώραν. Εν πάση περιπτώσει τούτο δεν μειώνει τον έπαινον, ο οποίος οφείλεται εις εκείνους οι οποίοι ενήργησαν βάσει του σχεδίου και οι οποίοι δικαιούνται να ανταμειφθούν συμφώνως προς την απαίτησίν των».
Μετά τη μεταπολίτευση η πρώτη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ επί πρωθυπουργίας Ανδρέα Παπανδρέου καθιερωσε το 1982 την 25η Νοεμβρίου, ημερομηνία της ανατίναξης της γέφυρας του Γοργοποτάμου, ως ημέρα Πανελλαδικού Εορτασμού της Εθνικής Αντίστασης. Το άρθρο 10 του νόμου 1582 του 1982 όριζε:
« 1. Για την έμπρακτη απόδοση της οφειλόμενης από το Έθνος τιμής στους πολεμιστές, τους αγωνιστές, τους νεκρούς και τα θύματα του Ιερού Εθνικού Αγώνα καθιερώνεται ετήσιος Πανελλαδικός εορτασμός της Εθνικής Αντίστασης η Επέτειος της Μάχης του Γοργοπόταμου.
2. Στον ίδιο χώρο ανεγείρεται μνημείο της καθολικής αντίστασης, ανάλογο και αντάξιο των αγώνων και θυσιών του Λαού μας, σύμβολο της ομοψυχίας του Έθνους στον αγώνα κατά του φασισμού και της κατοχής, σύμβολο του πνεύματος της Ελευθερίας και της Ανεξαρτησίας».
Με την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης και τον καθορισμό πανελλήνιου εορτασμού έγινε ένα ουσιαστικό βήμα στον εκδημοκρατισμό της πολιτικής ζωής της χώρας και της άρσης των πολιτικών και κοινωνικών αποκλεισμών της Αριστεράς από το μετεμφυλιακό κράτος.
H ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις δολιοφθοράς του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Λόγω της καθυστέρησης στην εκτέλεσή της είχε μικρή επίδραση στο μέτωπο της Αφρικής, καθώς ήδη από τις αρχές Νοεμβρίου του 1942, τα Γερμανοϊταλικά στρατεύματα είχαν απωθηθεί στην Τυνησία μετά τη νίκη των συμμαχικών δυνάμεων στο El Alamein υπό τον Βρετανό Στρατάρχη Montgomery. [Τον Οκτώβριο 1942 ο Στρατάρχης Montgomery κατάφερε να απωθήσει τα Γερμανοϊταλικά στρατεύματα από την Αίγυπτο και την Λιβύη, αναγκάζοντας τα να οπισθοχωρήσουν κατά 2.400 χιλιόμετρα. Αυτή ήταν και η πρώτη μεγάλη υποχώρηση των δυνάμεων του Άξονα κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Στις 4 Νοεμβρίου βρίσκονταν πλέον πίσω στην Τυνησία].
Σε τοπικό ωστόσο επίπεδο τα οφέλη ήταν πολλαπλά. Η διακοπή της μοναδικής σιδηροδρομικής σύνδεσης Βορρά - Νότου της χώρας για έξι εβδομάδες μείωσε σημαντικά τη διακίνηση πολεμοφοδίων και πρώτων υλών προς και από την Ελλάδα.
Ο ψυχολογικός αντίκτυπος ήταν εξίσου σημαντικός. Η επιχείρηση είχε αφυπνιστική δράση στον κατεχόμενο λαό και ενίσχυσε το ηθικό των ανταρτών και του πληθυσμού, ο οποίος άρχισε να πυκνώνει τις γραμμές της Αντίστασης. Επιπρόσθετα, κατέδειξε τις δυνατότητες της ένοπλης δράσης κατά των κατακτητών και καταξίωσε τον αγώνα της Αντίστασης.
Η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου ήταν η πρώτη και η μόνη επιχείρηση η οποία πραγματοποιήθηκε με τη σύμπραξη των δύο μεγαλύτερων αντιστασιακών οργανώσεων, του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ, με τη συνεργασία των Βρετανών. Απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχία της ήταν η παρουσία και των τριών αυτών παραγόντων.
Η ενότητα που επικράτησε σε αυτή, έστω και για πρακτικούς λόγους, την κατέστησε σύμβολο της εθνικής ομοψυχίας και της ενότητας του αντιστασιακού αγώνα κατά των κατακτητών, παρά τις έντονες ιδεολογικές αντιπαραθέσεις και τα διχαστικά βιώματα της μεταπολεμικής εποχής. Στη συλλογική μνήμη χαρακτηρίστηκε ως κορυφαία εκδήλωση της αντιστασιακής δράσης και ως συνέχεια του αγώνα του 1821 για την εθνική ανεξαρτησία.
Σε τοπικό ωστόσο επίπεδο τα οφέλη ήταν πολλαπλά. Η διακοπή της μοναδικής σιδηροδρομικής σύνδεσης Βορρά - Νότου της χώρας για έξι εβδομάδες μείωσε σημαντικά τη διακίνηση πολεμοφοδίων και πρώτων υλών προς και από την Ελλάδα.
Ο ψυχολογικός αντίκτυπος ήταν εξίσου σημαντικός. Η επιχείρηση είχε αφυπνιστική δράση στον κατεχόμενο λαό και ενίσχυσε το ηθικό των ανταρτών και του πληθυσμού, ο οποίος άρχισε να πυκνώνει τις γραμμές της Αντίστασης. Επιπρόσθετα, κατέδειξε τις δυνατότητες της ένοπλης δράσης κατά των κατακτητών και καταξίωσε τον αγώνα της Αντίστασης.
Η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου ήταν η πρώτη και η μόνη επιχείρηση η οποία πραγματοποιήθηκε με τη σύμπραξη των δύο μεγαλύτερων αντιστασιακών οργανώσεων, του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ, με τη συνεργασία των Βρετανών. Απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχία της ήταν η παρουσία και των τριών αυτών παραγόντων.
Η ενότητα που επικράτησε σε αυτή, έστω και για πρακτικούς λόγους, την κατέστησε σύμβολο της εθνικής ομοψυχίας και της ενότητας του αντιστασιακού αγώνα κατά των κατακτητών, παρά τις έντονες ιδεολογικές αντιπαραθέσεις και τα διχαστικά βιώματα της μεταπολεμικής εποχής. Στη συλλογική μνήμη χαρακτηρίστηκε ως κορυφαία εκδήλωση της αντιστασιακής δράσης και ως συνέχεια του αγώνα του 1821 για την εθνική ανεξαρτησία.
*απο τις ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ "ΓΟΡΓΟΠΟΤΑΜΟΣ"
που διοργανώσαμε την περασμένη εβδομάδα.
που διοργανώσαμε την περασμένη εβδομάδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου